Κυριακή 26 Δεκεμβρίου 2010

Η έννοια του πολιτικού κατά τον Καρλ Σμιτ


Όπως και αν τεθεί, το ερώτημα του πολιτικού αφορά πάντοτε το σημαντικότερο ζήτημα το οποίο αντιμετωπίζει κάθε άνθρωπος. Το πολιτικό παρόλα αυτά δεν θα πρέπει να συγχέεται με την «πολιτική» ή με την «κομματική πολιτική», η οποία αφορά ατομικά και ειδικά συμφέροντα εντός των κοινοβουλευτικών θαλάμων αερίων. Η «πολιτική» συνδέεται με τον ορθολογισμό, τον υλισμό, τον οικονομισμό και την κυριαρχία του Μαμμωνά, όλα εκ των οποίων υπονομεύουν την εξουσία, την παράδοση και τις προσταγές του πολιτικού.

Ι.

Το πολιτικό αναφέρεται στο κράτος στην υψηλότερη εκδήλωσή του, ως ο παράγοντας της εσωτερικής ειρήνης και της εξωτερικής ασφάλειας. Μόνο αφότου η φιλελεύθερη κοινωνία αναμόρφωσε το κράτος - ώστε να διευκολύνει τους ιδιώτες να ελιχθούν για θέσεις ισχύος και επιρροής, από την στιγμή που τα ατομικά συμφέροντα επικράτησαν του συλλογικού συμφέροντος της πολιτείας - άρχισαν η πολιτική και το πολιτικό να αποκλίνουν (Στις Η.Π.Α., το πρώτο φιλελεύθερο κράτος, η πολιτική ήταν από την αρχή «μπίζνες»). Έτσι για τον Σμιτ το πολιτικό δεν αφορά αυτό που συμβατικώς γίνεται αντιληπτό ως πολιτική, αλλά μάλλον εκείνες τις καταστάσεις όπου το κράτος («το πολιτικό καθεστώς ενός οργανωμένου λαού σε μία περίκλειστη εδαφική μονάδα») είναι διακριτό από την κοινωνία και πάνω από αυτήν· πιο συγκεκριμένα τις καταστάσεις κατά τις οποίες απειλείται με καταστροφή από ένα υπέρ-προσωπικό κίνημα ή οντότητα και πρέπει κατά συνέπεια να δράσει ώστε να υπερασπιστεί τον εαυτό του και την κοινότητα στης οποίας την υπεράσπιση έχει αφιερωθεί.

ΙΙ.

Τοιουτοτρόπως, τα πολικά κατηγορήματα τα οποία προσδιορίζουν το πολιτικό είναι αυτά της διάκρισης μεταξύ φίλου-εχθρού (μία διάκριση που συνεπάγεται την πιθανότητα φυσικής εξόντωσης μεταξύ των αντιπάλων κρατών). Αυτή η διάκριση βασίζεται σε αντιθετικά κατηγορήματα, διακριτά από το πολιτικό (διακριτά κατά τον τρόπο που τα κατηγορήματα του καλού και του κακού προσήκουν στην ηθική, το ωραίο και το άσχημο στην αισθητική, το επικερδές και το ζημιογόνο στα οικονομικά κ.ο.κ.)

ΙΙΙ.

Ποιος είναι ο εχθρός; Για τον Σμίτ είναι ο υπερπροσωπικός άλλος, ο ξένος, ο υπαρξιακός ξένος, του οποίου η έντονη εχθρότητα και ετοιμότητα για μάχη απειλούν το κράτος και τις σχέσεις φιλίας στο εσωτερικό του. Έτσι ο εχθρός ορίζεται όχι βάσει προσωπικών αισθημάτων ή ηθικών κρίσεων (inimicus), αλλά μόνο υπό την όψη μίας εντόνως εχθρικής δυνάμεως (hostis) η οποία απειλεί την ύπαρξη του κράτους. Υπό αυτήν την έννοια, ένας εχθρός υπάρχει οπουδήποτε μία μαχόμενη συλλογικότητα αποτελεί απειλή για μίαν άλλη συλλογικότητα. Για να ταυτοποιήσουμε τον εχθρό, είναι αναγκαίο να τον βιώσουμε ως ζωντανή απειλή κατά έναν τρόπο που καμία λογική ανάλυση, καμία πολυλογούσα λογική, καμία αντικειμενική κρίση, κανένα κανονιστικό κριτήριο δεν μπορεί να προβλέψει· διότι αυτό αποτελεί την εμπειρία ενός ανθρώπου ο οποίος ενσυνειδήτως αισθάνεται πότε η ύπαρξή του τίθεται σε κίνδυνο. Ο εχθρός καθορίζεται εδώ υπό όρους κριτηρίων, όχι περιεχομένου ή υπόστασης, παίρνοντας έτσι την μορφή ενός πράγματος το οποίο είναι πάντοτε συγκεκριμένο, υπαρκτό και πολύ έντονο, χωρίς να είναι επομένως απλώς κάτι μεταφορικό ή συμβολικό. «Αυτό που έχει πάντοτε σημασία, είναι μόνον η πιθανότητα σύγκρουσης». Συνήθως ο εχθρός είναι ο ξένος, ο «άλλος» του οποίου η απειλή έρχεται από το εξωτερικό. Όμως ο εχθρός μπορεί να αναδυθεί και από εσωτερικές διαφορές όπως όταν εσωτερικές κοινωνικές, θρησκευτικές, τμηματικές και άλλες διαφορές γίνουν τόσο έντονες ώστε να εξασθενήσουν την ενότητα του κράτους και την κοινή ταυτότητα του σώματος των πολιτών, πολώνοντάς τους σε φίλους και εχθρούς – δηλαδή σε μία κατάσταση εμφυλίου πολέμου καθώς η εσωτερική πολιτική αποκτά πρωταρχική σημασία. Ένα άλλο πιο σπάνιο παράδειγμα εχθρού τοποθετημένου στο εσωτερικό (χαρακτηριστικό των Η.Π.Α.) παρατηρείται οπουδήποτε ξένα πολιτισμικά στοιχεία αναλαμβάνουν τον έλεγχο του κράτους εις βάρος των πολιτών του (γενόμενα έτσι αυτό που ο Yockey απεκάλεσε «ένας εσωτερικός εχθρός»).

ΙV.

Οι φίλοι, αντιθέτως, μοιράζονται μια δέσμευση ως προς έναν τρόπο ζωής ο οποίος τους συνδέει μεταξύ τους, που τους δίνει ένα αίσθημα αλληλεγγύης, ένα αίσθημα που υπερβαίνει ζητήματα οικονομικών ή ηθικής, κάτι το οποίο προσομοιάζει με μία κοινή, ομοιογενή ταυτότητα που φθάνει πέρα από τις προσταγές της ιδιωτικής ζωής – ακόμη και αν αυτοί οι «φίλοι» δεν γνωρίζουν ο ένας τον άλλον. Η φιλία (η αρμονική κατάσταση ανάμεσα σε αυτούς που συνθέτουν μία μεγάλη, κοινωνικά ή κοινοτικά συνεκτική ομάδα) προηγείται πάντοτε της εχθρότητος, διότι είναι αδύνατον να έχουμε τους απειλούντες την ζωή «αυτούς» χωρίς να έχουμε πρώτα τους καταφάσκοντες την ζωή «εμάς». Πράγματι, είναι μόνον υπό την απειλή του θανάτου και της καταστροφής την οποία αποτελεί ο εχθρός, που συνειδητοποιούμε πλήρως το τι είμαστε και μαθαίνουμε το τι είναι πραγματικά «λογικό» για εμάς. Αυτή η φιλία υπονοεί ότι το ειδικό υπερισχύει του καθολικού και ότι μία διακυβευμένη σύγκλιση συμφερόντων, βασισμένη στην κατοχή κοινών ποιοτήτων με τον εχθρό είναι αδιανόητη.

V.

Εν τέλει τότε, το πολιτικό είναι ένα ερώτημα ζωής και θανάτου – ένα ερώτημα το οποίο προϋποθέτει την ύπαρξη ενός εχθρού – ενός εχθρού νοούμενου ανεξαρτήτως άλλων αντιθέσεων (όπως οι ηθικές αντιθέσεις καλού εναντίον κακού) και με εννοιολογικώς αυτόνομα κατηγορήματα σκέψεως. Προϋποθέτοντας το πολιτικό, το κράτος υπό την Σμιτική έννοια, προσανατολίζεται μάλλον προς τις εξωτερικές απειλές παρά προς τις εσωτερικές δομές της διακυβέρνησης ή στην κοινωνικοοικονομική δραστηριότητα (το πεδίο της κομματικής πολιτικής). Το κράτος αντ΄αυτού προσδένεται στην αποφασιστικότητά του να υπερασπιστεί – με τα όπλα αν είναι αναγκαίο – την διακριτή του ύπαρξη. Αυτό δίνει στο κράτος το «δικαίωμα» να εξασκήσει την εξουσία του σχετικά με το ius belli, να καλέσει τα ατομικά του μέλη να σκοτώσουν και να ριψοκινδυνεύσουν να σκοτωθούν. Μία τέτοια εξουσία καθιστά το κράτος «ανώτερο» σε σχέση με όλες τις άλλες ενώσεις, διότι μόνον αυτό εξωθεί τα μέλη του να σκοτώσουν και να ριψοκινδυνεύσουν να σκοτωθούν. Οι αδύναμοι άνθρωποι που φοβούνται τις «δοκιμασίες και τους κινδύνους» που συνεπάγεται το πολιτικό αναπόφευκτα εξαφανίζονται από την ιστορία. Είναι αυτή η αποφασιστικότητα, η οποία συνεπάγεται ζωή ή θάνατο, που ειδικώς συνιστά αυτό που ο Σμιτ αντιλαμβάνεται ως την ουσία του πολιτικού. Όταν η επικείμενη απειλή πολέμου υποχωρεί το ίδιο συμβαίνει και με το πολιτικό. Αυτό δεν σημαίνει πως ο πόλεμος αφ’ εαυτού είναι ο «στόχος, ο σκοπός ή το περιεχόμενο του πολιτικού»· μόνον ότι ο «τρόπος συμπεριφοράς» - η ατομική ευθύνη – η κυρίαρχη άσκηση της εξουσίας – που αντιλαμβάνεται τον κίνδυνο και αποφασίζει να του αντισταθεί – αποτελεί το πολιτικό. Το να είσαι λοιπόν πολιτικός, κατά την άποψη του Σμιτ, απαιτεί όχι μόνον απλώς μία πρότερη δέσμευση απέναντι στις εσωτερικές σχέσεις φιλίας και την κοινωνική αλληλεγγύη την οποία αυτές γεννούν, αλλά και σε μία συγκεκριμένη μορφή ζωής όπου η ομαδική ταυτότητα αξιολογείται, εν τέλει, υπεράνω της φυσικής υπάρξεως.

VI.

Τοιουτοτρόπως, το πολιτικό το οποίο «ούτε ευνοεί, ούτε αντιτίθεται στον πόλεμο» δεν είναι αναγκαστικά μία αποκλειστικώς πολεμική λειτουργία (ο πόλεμος είναι η υψηλότερη εκδήλωση της πολικότητος εχθρός/φίλος), ούτε μπορεί να ειπωθεί ότι είναι ένας per se πολεμοχαρής μηδενισμός. Μάλλον είναι περισσότερο σαν κάτι καθορισμένο από την πιθανότητα ένοπλης εχθρότητος – ακόμη και στις περιπτώσεις όπου τα parties belligerantes νομιμοποιούν την εμπόλεμη κατάστασή τους στο όνομα της ελευθερίας, της δικαιοσύνης ή κάποιας άλλης αφαίρεσης. Ο πόλεμος είναι απλώς μία «διαρκώς παρούσα πιθανότητα» την οποία ο Σμιτ αναγνώρισε και όρισε ως τον πυρήνα της πολιτικής σφαίρας. Αλλά αν για τον Σμιτ ο πόλεμος είναι, πάνω από όλα, μία αντίδραση σε μία εξωτερική απειλή και όχι μία επιδιωκόμενη επιθετικότητα, τότε τι υπονοείται όσον αφορά το υπαρξιακό ζήτημα; (Επιφανειακά τουλάχιστον, υποδηλώνει μία απόρριψη του l’esprit de conquête και της θελήσεως για δύναμη, την οποία ένας σύντροφος αντιλήφθηκε ως φιλελεύθερο ίχνος στην σκέψη του Σμιτ και εγώ ως ένα Καθολικό ηθικό ίχνος. Εν πάσει περιπτώσει, ο Σμιτ δεν τα πήγε ποτέ πολύ καλά με τον Νίτσε.)

VII.

Ο φιλελευθερισμός δεν μπορεί να διακρίνει ανάμεσα σε φίλο και εχθρό διότι η ατομικιστική, ουνιβερσαλιστική και πλουραλιστική ιδεολογία του (συλλαμβανόμενη ως ιδεολογία ελευθέρως και αφιερωμένη στην – αφηρημένη – πρόταση ότι όλοι οι άνθρωποι έχουν δημιουργηθεί ίσοι) αρνείται πως ένας τέτοιος ορισμός είναι καταληπτός σε έναν κόσμο κατανοητό υπό όρους αγοράς ή ηθικολογικούς όρους, όπου υπάρχουν μόνον ανταγωνιστές και ηθικές οντότητες με τις οποίες κάποιος διαπραγματεύεται ή επιχειρηματολογεί βάσει καθολικών δικαιωμάτων και συμφερόντων. Συνεπώς ο συμβιβασμός, όχι η σύγκρουση, είναι ο κύριος στόχος του φιλελεύθερου κράτους και ως εκ τούτου η ροπή του για ανταλλαγή, διαπραγμάτευση και επιχειρηματική δράση. Όμως όσο και αν προσπαθήσει, ο φιλελευθερισμός δεν μπορεί να διαφύγει από το «πολιτικό». Στις περιπτώσεις όπου εξαναγκάζεται να ορίσει έναν εχθρό, αυτός γίνεται αντιληπτός ως κάτι έξω από την «ανθρωπότητα» και έτσι όχι ως κάτι που πρέπει απλώς να νικηθεί, αλλά ως κάτι που πρέπει να εξοντωθεί ανηλεώς, διότι ο εχθρός του φιλελευθερισμού είναι κάτι μη ανθρώπινο.

VIII.

Επειδή ουσιαστικά βλέπει το κράτος ως ένα εργαλείο της κοινωνίας και της οικονομίας, αφιερωμένο στην μεγαλύτερη ευτυχία (υλική ευημερία), στον μεγαλύτερο βαθμό, ο φιλελευθερισμός στερείται μιας πολιτικής θεωρίας, έχοντας στην πραγματικότητα μόνο μία κριτική του πολιτικού. Πράγματι, ο φιλελεύθερος ατομικισμός και ο ουνιβερσαλισμός αρνούνται την ίδια την πιθανότητα του πολιτικού, τουλάχιστον κατ΄αρχήν. Διότι κατά την άποψή τους, τίποτε δε θα πρέπει να εξαναγκάζει το άτομο να πεθάνει για χάρη του κράτους, το οποίο το αντιλαμβάνονται με οικονομικούς και ηθικούς όρους αντί με πολιτικούς. Ένας τέτοιος εξαναγκασμός, υποστηρίζει, όχι μόνο θα παραβίαζε την ελευθερία του ατόμου, αλλά θα έκανε και τον συσχετισμό του με το έθνος/κράτος πρωτεύοντα· ενώ ο φιλελευθερισμός – με τον ανθρωπισμό του και τον ορθολογισμό του – παραλόγως και απανθρώπως υποστηρίζει πως μόνο τα ατομικιστικά ζητήματα οικονομίας και ηθικής είναι πρωτεύοντα. Το φιλελεύθερο κράτος είναι, ως τέτοιο, αφοσιωμένο ηθικώς στα δικαιώματα και στα συμφέροντα των ατόμων, ιδωμένων ως αυτο-εμπεριεχόμενων μονάδων, των οποίων το σύνολο είναι η ανθρωπότητα, και οικονομικώς στην απερίσπαστη παραγωγή και στο εμπόριο. Στην πράξη αυτό σήμανε πως οι παλαιότερα καθορισμένες κοινωνικές τάξεις, μαζί με τα «προνόμια» της παραδόσεως, είχαν υποχρεωθεί να υποκύψουν στις επιθυμίες άμορφων, χειραγωγήσιμων μαζών, καθώς η ποσότητα υπερίσχυσε της ποιότητος και το χρήμα ανέτρεψε το θεϊκό δικαίωμα των βασιλέων· ένα δικαίωμα το οποίο, παρεμπιπτόντως, πέρασε στην συνέχεια στους ανθρώπους του χρήματος, σε αυτήν την εθνική μειονότητα της οποίας η αρχή αποδείχθηκε καταστροφικότερη από οποιονδήποτε προηγούμενο τύραννο. Επίσης σήμαινε πως ο τοκογλύφος μπορούσε να επικαλεστεί ιδιοκτησιακά δικαιώματα, ώστε να αφαιρέσει την γη των αγροτών, πως τα ατομικά συμφέροντα τα οποία εκπροσωπούνται από τους πολιτικούς έχουν προτεραιότητα έναντι του Πεπρωμένου του έθνους, και πως η αδελφοσύνη του ανθρώπου απαιτεί τους μεγαλύτερους, πιο βίαιους και εκδικητικούς πολέμους, ώστε να καταπνίξει εκφράσεις πολιτικής πολώσεως.

IX.

Παρόλα αυτά, το πολιτικό δεν μπορεί να αποφευχθεί – είναι απρόσβλητο από την αποπολιτικοποιητική διαδικασία – είναι η ουσία της κυριαρχίας. Σε περιπτώσεις πολέμου, το κράτος, ως το εργαλείο του πολιτικού, είναι η υπέρτατη εξουσία – υπεράνω του νόμου – και συνεχίζει να είναι για όσο διαρκεί η κατάσταση εκτάκτου ανάγκης. Στην πραγματικότητα, τα νομικά συστήματα βασίζονται όχι στην νομική λογική, αλλά σε μία εξουσία η οποία μιλάει σε υπαρξιακό/οντολογικό επίπεδο και η οποία δεν χρειάζεται άλλη δικαιολόγηση πέραν της ίδιας της υπάρξεώς της.

X.

«Το protego ergo oblige (προστατεύω άρα υποχρεώνω) είναι το cogito ergo sum (σκέφτομαι άρα υπάρχω) του κράτους.» Το κράτος, ως τέτοιο, είναι η υψηλότερη μορφή ανθρώπινης ενώσεως, υπερασπιζόμενο την ζωή των πολιτών του και προσδοκώντας στην συνέχεια, ότι και αυτοί θα είναι προετοιμασμένοι να πεθάνουν για αυτό, αν είναι αναγκαίο. Προστασία και υπακοή, υγιώς συνδεδεμένες, είναι κατ΄αυτόν τον τρόπο αμοιβαία περιπλεγμένες.

XI.

Τελικά, το πολιτικό είναι ένα υπαρξιακό ζήτημα του υψηλότερου βαθμού. Υπό την προοπτική του θανάτου, κάποιος αναγκάζεται να διαλέξει πλευρά και έτσι να αναλάβει την ευθύνη για την ζωή του. Σε αυτήν την σύγκρουση ο εχθρός, κατά κανόνα, τονίζει την αληθινή σημασία της φιλίας. Την ίδια ώρα, ο εχθρός καθορίζει το τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος, διότι μόνον όταν είμαστε αντιμέτωποι με τον θάνατο, αντιμετωπίζουμε και την ζωή ως όλον. Το πολιτικό, λοιπόν, συνεπάγεται το Πεπρωμένο διότι διατηρεί τους ανθρώπους στην ιστορικότητα και τους μεταφέρει πέρα από τους ιδιαίτερους εαυτούς τους, στο πεδίο των μεγάλων γεγονότων. Στο οραματιζόμενο από τους φιλελεύθερους παγκόσμιο κράτος, σε μία κατάσταση όπου υπάρχει μόνον η «ανθρωπότητα» και καμία διάκριση φίλου/εχθρού (εκτός από την περίπτωση των εξωγήινων), δεν θα υπήρχε καθόλου το πολιτικό· μόνον ανταγωνισμός μεταξύ ατόμων, των οποίων η σημαντικότερη έγνοια θα ήταν ο αυτό-πλουτισμός, η άνεση και η διασκέδαση. Χωρίς το πολιτικό και το κράτος πάνω στο οποίο αυτό βασίζεται (δηλαδή, χωρίς μία υπαρξιακή δέσμευση σε μία κοινή ταυτότητα), δεν θα υπήρχε, ως συνέπεια, καμία πολικότητα, καμία αντίθεση, καμία υπερβατική αναφορά και κανένας τρόπος να αντιτεθούμε στο ενδεχόμενο του να συλλογιστούμε υπό την επήρεια του σύγχρονου μηδενισμού. Για αυτόν τον λόγο, το πρώτο θύμα της φιλελεύθερης αποπολιτικοποίησης είναι πάντοτε το «νόημα». Συνεπώς, αν οι Ευρωπαίοι πρόκειται να ανακτήσουν ποτέ το Πεπρωμένο τους, αυτό θα γίνει μόνο διαμέσου μίας πολιτικής επιβεβαιώσεως της ταυτότητος, η οποία τους διαχωρίζει από τους υπόλοιπους λαούς του κόσμου. Όλα τα υπόλοιπα είναι απλώς «πολιτική».

Michael OMeara

Μετάφραση-Απόδοση: Τήμενος

Το άρθρο στην αρχική του μορφή (αγγλική):http://www.counter-currents.com/2010/07/carl-schmitts-the-concept-of-the-political/

Ο Michael OMeara, Ph.D., σπούδασε κοινωνική θεωρία στο Ecole des Hautes Etudes en Sciences Sociales του Παρισιού και σύγχρονη Ευρωπαϊκή ιστορία στο University of California, Berkeley. Είναι ο συγγραφέας του Toward the White Republic (San Francisco: Counter-Currents, 2010) και του New Culture, New Right: Anti-Liberalism in Postmodern Europe(Bloomington, Ind.: 1stBooks, 2004).

Παρασκευή 26 Νοεμβρίου 2010

Η φλόγα


Η γραμμική θεώρηση του χρόνου και κυρίως των συμβάντων και της ενεργείας που περί- εσωκλείει αυτά, αποτελεί ένα δύσβατο εμπόδιο στην μετουσίωση της αναδράσεως και της εμπειρίας σε κανόνα χαράξεως του μακροπρόθεσμου και βραχυπρόθεσμου μέλλοντος. Αντιθέτως, η δύναμη κατανοήσεως και παρακολουθήσεως της κυκλικής τροχιάς, αποτελεί ικανή και αναγκαία συνθήκη αναπτύξεως εκείνης της επιταχύνσεως, η οποία δύναται σε κάποιες περιπτώσεις να οδηγήσει στην λυτρωτική εκείνη κατάσταση απελευθερώσεως από την περιοδικότητα. Πέραν των πνευματικών αναζητήσεων και της ασκητικής που θα εκπορευτεί από εκεί, μακράν των απλών κοσμικών φαινομένων που αδιαλείπτως λαμβάνουν χώρα γύρω μας, οφείλουμε να εστιάσουμε και σε εκείνα τα πεδία του βίου μας, που ενώ φαινομενικώς θεωρούνται ασήμαντες αθροίσεις στιγμών και γεγονότων, εντούτοις αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι τόσο της υπάρξεώς μας, όσο και ολοκλήρου του κόσμου, του οποίου οι νόμοι, θέλοντας και μη, θα αντικρίσουμε να ενθρονίζονται εν ριπή οξυδερκούς οφθαλμού.
Πόσες φορές αναζητούμε την ένταση, το πάθος, την δύναμη, την μεγαλοπρέπεια, εκείνες τις στιγμές που η ανάσα γινόταν βαριά από τον ενθουσιασμό και το οξυγόνο που εισπνέαμε φαινόταν λιγοστό για τα στήθη μας. Εκείνες τις στιγμές που πρωτοαντικρίσαμε ένα σύμβολο, μία σημαία, ασπρόμαυρες φωτογραφίες, λάβαρα και τάφους στρατιωτών, ζωντανούς θρύλους των πεδίων μαχών και έναν συναγωνιστή δίπλα μας, με το ίδιο πείσμα πως είτε θα αλλάξουμε τον κόσμο, είτε θα χαθούμε μαζί του ηρωικά. Δεν υπήρχε άλλος δρόμος, δεν υπήρχε κανείς να σταματήσει την πορεία προς τον Αγώνα. Τα πάθη, οι ηδονές, ο εγωισμός, η κοινωνικότητα και ο αστικός καθωσπρεπισμός φάνταζαν αμμώδη καλλιτεχνήματα που με μία απροσδιορίστου φύσεως παιδικότητα χαιρόμασταν καθώς διαλύονταν από τους κυματισμούς των θαλασσών που είχαμε αρχίσει να πλέουμε. Έκτοτε…
Έκτοτε τα συναισθήματα είτε με αργούς είτε με ταχείςς ρυθμούς μεταλλάσσονταν. Απογοήτευση, κατήφεια, αρνητικότητα, μιζέρια, απέχθεια και βρωμιά. Η αγνότητα των ιδεών, ο ιδεαλισμός, ο ρομαντισμός, η ανιδιοτέλεια πνίγηκαν από τους χειμάρρους των εγωισμών, της πολιτικής και της συγχύσεως. Παρελθοντολογία, προγονοπληξία, φετιχισμός, ψέμα και υποκρισία. Πολιτική και σύγχυση. Από ένα σημείο καμπής και ύστερα δεν υπάρχει στόχος και σκοπός, μονάχα εντυπώσεις. Ακόμη και αν οι γνώμες ή οι θεωρητικές απόψεις κάποιων προσπαθήσουν να αντικρούσουν αυτή την θέση, η ίδια η πορεία του εθνικοσοσιαλισμού εν Ελλάδι θα τους διαψεύσει.
Στην πορεία αυτή, μία γραμμική αντίληψη των πραγμάτων μπορεί απλώς να συσκοτίσει τα πεδία εκείνα στα οποία ο κυκλικός ρους διαγράφει συνεχώς την τροχιά του, οδηγώντας το άτομο συνεχώς σε καταστάσεις, παρομοίας φύσεως με τις προηγούμενες. Η ασυναίσθητη αυτή επαναφορά μπορεί να απεικονιστεί ως μία κυκλική κίνηση σε ένα επίπεδο, όπου ενώ οι συντεταγμένες αλλάζουν συνεχώς, δίνοντας μία ψευδαίσθηση «αλλαγής», ο βασικός τύπος που περιγράφει την κίνηση παραμένει ο ίδιος και εν τέλει θα επαναφέρει το άτομο στην αρχική του θέση, η οποία είναι μακράν από τα αναφερόμενα «πρώτα χρόνια», διότι ασυνείδητα κατά την περίοδο της «πτώσεως» έχει μετατοπισθεί το κέντρον του κύκλου. Παρατηρείται δηλαδή, μία ψευδαίσθηση γραμμικής αναπτύξεως, η οποία κατ΄ουσίαν δεν είναι τίποτα άλλο από κυκλικές επιφανειακές χαράξεις μετατοπισμένες από τα επίπεδα της αγνότητος στα επίπεδα της μετριότητος και της βρωμιάς. Οι δύο αυτές ψευδαισθήσεις που γεννάει αυτή η φθοροποιός ατραπός, αυτοτροφοδοτούμενες κυρίως από πνευματικά ναρκωτικά, απολαμβάνουν να σκορπούν την καρκινική τους μανία, στον εν αποσυνθέσει κορμό της Ελληνικότητος και της Αριονικότητος. Μερικά από τα κυριότερα πνευματικά ναρκωτικά είναι τα ψυχολογικά συμπλέγματα, οι εμμονές, η αναζήτηση υπαιτίων, η προσκόλληση σε συγκεκριμένα πρόσωπα, η μανία, η συνομωσιολογία και η συρρίκνωση της σκέψεως και της αντιλήψεως. Η αγκίστρωση στο εφήμερο και το σάπιο εν είδει «καθάρσεως», δεν είναι τίποτα άλλο από προαυλισμός στην πνευματική φυλακή που αρνούμαστε να αντικρίσουμε.
Για την αποτίναξη των ψευδαισθήσεων αυτών και για την αναγέννηση τόσο σε εσωτερικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο, της νεανικής εντάσεως , του πυρωμένου πάθους σε συνδυασμό με την σκληρή εμπειρία, οφείλουμε αρχικώς να αναγνωρίσουμε την κυκλικότητα της ενεργείας μας, αλλά και του εν προκειμένω χρόνω επιπέδου στο οποίο κινούμαστε. Κατόπιν, η υπέρβαση έγκειται στην απαγκίστρωση μας από το δισδιάστατο επίπεδο γενικώς, χάριν μιας ελικοειδούς ανελικτικής φοράς. Ο χειρότερος εχθρός και ο αισχρότερος προδότης, δεν αναζητείται από έναν μαχητή μήτε σε «συναγωνιστές» μήτε σε «αρχηγούς». Διότι και τους δύο , ο ίδιος τους είχε κάποτε επιλέξει. Προσδιορίζεται κυρίως εντός του. Σε εκείνα τα κομμάτια του Είναι του, που για οποιοδήποτε λόγο, βρέθηκαν σε κάποιο επίπεδο. Αυτός ο εχθρός πρέπει να νικηθεί, αυτός ο προδότης πρέπει να τιμωρηθεί. Δεν νοείται Αγών που δεν υπεδείχθη, νοείται όμως Αγών που δεν δρομολογήθηκε από εμάς τους ιδίους. Οφείλουμε να επικεντρωθούμε και να καθυποτάξουμε εκείνα τα στοιχεία εντός μας που στάθηκαν ή στέκονται εμπόδια στην διεύρυνση των πεδίων που αγωνιζόμαστε. Έχουμε κληρονομήσει τόσα μικρόβια από την παρηκμασμένη κοινωνία εκ της μητρός της οποίας προήλθαμε, έχει τόσο αλλοτριωθεί το ψυχικό μας οικοδόμημα από τους νόμους και την ηθική των αστών, έχουμε τόσο απομακρυνθεί από την Ουσία της υπάρξεως μας, που κάθε βήμα προς τα πίσω αποτελεί βουτιά σε έναν γκρεμό, από όπου το ένστικτο μας και τα ευγενέστερα εναπομείναντα στοιχεία μας επί χρόνια πάλευαν να μας αναρριχήσουν. Η έννοια του εφήμερου εκ φύσεως εχθρεύεται την κραυγή ενός εθνικοσοσιαλιστή, της οποίας η ηχώ επιθυμεί να ταξιδέψει στους αιώνες. Τα κόμματα, οι ομάδες και τα άτομα αποτελούν κομμάτια του «εφήμερου». Αθροίσματα από «Εγώ» που μια μέρα θα ξεφτίσουν ως φυσικές παρουσίες. Αυτό το οποίο αντηχεί στον Ουρανό, στο Αίμα και την Πατρίδα, στους Θεούς και τους Ήρωες, είναι ο Αγώνας.
Αν αναζητούμε εξευγενισμό, ας τον εφαρμόσουμε. Δίχως τυμπανοκρουσίες, γραφικές του απεικονίσεις και μεγαλοστομίες. Δίχως ανακοινώσεις, δίχως υποδείξεις. Η ειλικρινής προσφορά και προσέγγιση του εθνικοσοσιαλισμού μπορεί να είναι μόνο συνειδητή, κατόπιν στιγμιαίων βιωματικών εμπειριών, δίχως καμία ανάγκη αναδείξεώς της. Δεν μπορεί κανείς να αποτελέσει τον μεσσία κανενός άλλου. Μπορεί μονάχα να αποτελέσει τον δάσκαλο, τον ηγέτη,τον σύντροφο και να συμπορευτεί σε ένα κοινό μονοπάτι το οποίο, όμως, όντας εν τη γενέσει σε δισδιάστατο επίπεδο, δεν δύναται να οδηγήσει στην υπέρβαση προς την ανέλιξη, διότι αυτή λαμβάνει χώρα μονάχα σε ατομικό επίπεδο. Βεβαίως, βαθμηδόν, το άτομο για να συνεχίζει να χαράζει την αναφερομένη πορεία του, διαχέεται στην ομοούσια φύση της κοινότητος και της αληθείας.
Βρισκόμενος, εν κατακλείδι, ένας Άριος πολεμιστής στον προσωπικό και συλλογικό ανήφορο του Αγώνος, αφήνει πίσω τις χρονικές περιόδους και τα μέρη που πέρασε. Αντλεί από εκείνα μονάχα εμπειρία και δύναμη διαφυλάττοντας ως κόρη οφθαλμού το ενστικτώδες Πάθος για Αγώνα με το βλέμμα καρφωμένο στις κορυφές που καρτερούν να τον υποδεχτούν και τις μάχες που θα συνθλίψουν τις σπείρες και τους κύκλους, λυτρώνοντάς τον. Κάθε Αυγή οι ηλιαχτίδες θα φωτίζουν τις παλιές ορατές και αόρατες πληγές, θα δεικνύουν την ζωή και τον Αγώνα, θα εμπνέουν και θα συνοδεύουν, έως ότου επέλθει η νύχτα. Τότε, σκύβοντας πάνω από την λίμνη της επιγνώσεως, αντικρίζοντας σε αυτήν τα άστρα που κοσμούν το περίγραμμα του, αντικρίζει εκείνη την παιδική φλόγα της νιότης. Ισχυρότερη, λαμπρότερη, πυρά θερμή και φωτοδότρα, φλόγα δάδας που οι χείρες του πνεύματος, της ψυχής και του βίου μετέφεραν μαζί τους…

Δευτέρα 22 Νοεμβρίου 2010

Francis Danby

Ιρλανδός ζωγράφος του Ρομαντισμού (1973-1861). Αποτέλεσε την κεντρική προσωπικότητα της καλλιτεχνικής "Σχολής του Μπρίστολ", από τα μέλη της οποίας εμπνεύστηκε και εμπλούτισε τις γνώσεις του. Στο Μπρίστολ ασχολήθηκε με την παραγωγή ελαιογραφιών και τις πουλούσε για ασήμαντα ποσά· ωστόσο έστελνε δείγματα του έργου του σε εκθέσεις του Λονδίνου και γρήγορα τράβηξε την προσοχή των καλλιτεχνικών κύκλων και κριτικών, γεγονός που οδήγησε στην εκλογή του ως συνεργάτη της Βασιλικής Ακαδημίας του Λονδίνου.
Τα έργα του χαρακτηριζόνται από δραματική και ποιητική ατμόσφαιρα και συνήθως απεικονίζουν εφιαλτικά φανταστικά θέματα, αν και πέρασε μια περίοδο καλλιτεχνικής γαλήνης και πιο ανάλαφρων θεμάτων.





Σάββατο 20 Νοεμβρίου 2010

Η μάχη του Brávellir


Η μάχη του Brávellir (ή Bråvalla) αποτελεί μία θρυλική σύγκρουση που υποτίθεται ότι έλαβε χώρα κατά τον 8ο αιώνα μ.Χ. και η οποία εξιστορείται σε διάφορες σάγκες των Σκανδιναβικών λαών όπως η "Sögubrot af nokkrum fornkonungum" και η "Hervarar saga ok Heiðreks", κυρίως όμως στο "Gesta Danorum" του Saxo Grammaticus. Αιτία για την διεξαγωγή της μάχης, υπήρξε η επιθυμία του υπέργηρου βασιλέως Haraldr Hilditönn (ο οποίος σύμφωνα με τον Arildt Hvitfeldt βασίλευε σε όλη την Δανία, στο Βέστφολντ της Νορβηγίας, σε ολόκληρη την νότια Σουηδία και εξουσίαζε την Νορθουμβρία στην Βρετανία καθώς και την Εσθονία) να έχει έναν ένδοξο θάνατο, καθώς συναισθανόμενος την μεγάλη ηλικία του (ήταν 150 ετών) φοβήθηκε ότι θα πεθάνει στο κρεβάτι του καταλήγοντας έτσι στο Νίφελχαϊμ και όχι στην Βαλχάλλα. Για να αποφύγει αυτό το ενδεχόμενο πρότεινε στον ανιψιό του και υποτελή του Sigurðr Hringr , βασιλιά της Σουηδίας και των Γεατών της δυτικής Γιέταλαντ (Götaland) να πολεμήσουν μεταξύ τους σε μία μεγάλη μάχη. Σύμφωνα με τον Saxo Grammaticus οι δύο άρχοντες έκαναν ετοιμασίες για την μάχη οι οποίες διήρκεσαν επτά χρόνια, και στο πλευρό τους παρατάχθηκαν πολεμιστές από όλες τις περιοχές οι οποίες σχετίζονταν εκείνη την περίοδο με τα Σκανδιναβικά έθνη. Με τον Haraldr ενώθηκαν Δανοί, Σκάνιοι, Άγγλοι, Φρίζιοι, Σλάβοι, Λιβόνιοι, Σάξονες καθώς και πολλές γυναίκες (οι γνωστές στην σκανδιναβική παράδοση ως «ασπιδοφέρουσες κόρες»), ενώ στον στρατό του Sigurðr εντάχθηκαν Σουηδοί, Νορβηγοί, Ισλανδοί, Ρως, Κουρλανδοί και Εσθονοί. Η μάχη ξεκίνησε ως μαζική σύγκρουση των δύο στρατών, στην συνέχεια όμως το ενδιαφέρον επικεντρώθηκε σε κατορθώματα των ηρώων που μάχονταν και στις δύο πλευρές με αποκορύφωμα την είσοδο του Haraldr, ο οποίος σύμφωνα με το "Gesta Danorum" ακούγοντας τις κραυγές των ανδρών του όρμησε με το άρμα του κρατώντας δύο ξίφη και βρίσκοντας τον θάνατο από το χέρι του ηνιόχου του Brun, ο οποίος όπως υποψιάστηκε ο βασιλιάς ήταν ο ίδιος ο ‘Οντιν μεταμορφωμένος. Ο Sigurðr μόλις αντιλήφθηκε τον θάνατο του θείου του έδωσε εντολή να σταματήσει η μάχη και να βρεθεί το σώμα του· στην συνέχεια οδήγησε τον νεκρό βασιλιά στην νεκρική πυρά αποδίδοντάς του όλες τις τιμές που του άξιζαν. Μαζί με τον Haraldr βρήκαν τον θάνατο εκείνη την ημέρα 42000 ευγενείς και πολλοί άλλοι ελεύθεροι άνδρες και από τα δύο στρατόπεδα, μαχόμενοι για τους βασιλείς τους, την προσωπική τους τιμή και την άφθαρτη δόξα.

Πέμπτη 4 Νοεμβρίου 2010

Περί της Σκοτεινής Εποχής


Αναφορικά με ό,τι είπα προηγουμένως εν σχέσει με αυτό που οι αρχαίες παραδόσεις απεκάλεσαν Σκοτεινή Εποχή (Κάλι Γιούγκα), θα περιγράψω τώρα μερικά από τα χαρακτηριστικά της τα οποία βρίσκονται σε ένα αρχαίο Ινδουιστικό κείμενο το Βίσνου Πουράνα. Θα βάλω σε παρενθέσεις ό,τι θεωρώ πως είναι οι σημερινές αντιστοιχίες.
Παρίες και βάρβαροι θα είναι οι κύριοι των οχθών του Ινδού, του Νταρβίκα, του Τσαντραμπάγκα, του Κασμίρ. Αυτοί θα είναι όλοι πρόσκαιροι άρχοντες (αυτής της εποχής) βασιλεύοντες πάνω στην γη: βασιλείς (κυβερνήτες) βίαιης διαθέσεως… Θα διαρπάζουν την περιουσία των υπηκόων τους, θα είναι περιορισμένης δυνάμεως και θελήσεως· κατά το πλείστον θα ανέρχονται και θα εκπίπτουν ταχύτατα. Οι ζωές τους θα είναι σύντομες, οι επιθυμίες τους ακόρεστες και θα επιδεικνύουν πολύ λίγη ευσέβεια. Άνδρες από διάφορες χώρες αναμειγνυόμενοι μαζί τους θα ακολουθούν το παράδειγμά τους… Η κυρίαρχη κάστα θα είναι αυτή των Σούντρας… οι Βαϊσύας θα εγκαταλείψουν την γεωργία και το εμπόριο και θα κερδίζουν τα προς το ζην μέσω της υπηρέτησης ή της εξάσκησης μηχανικών τεχνών (προλεταριοποίηση και βιομηχανοποίηση) … οι Ξατρίγυας αντί να προστατεύουν, θα λεηλατούν τους υπηκόους τους: υπό την πρόφαση των εισπρακτικών εθίμων θα ληστεύουν την περιουσία των εμπόρων (κρίση του καπιταλισμού και της ατομικής ιδιοκτησίας, κοινωνικοποίηση, εθνικοποίηση και κομμουνισμός)… Ο πλούτος (εσωτερικός) και η ευσέβεια (το να ακολουθείς το dharma σου) θα μειώνονται ημέρα με την ημέρα εώς ότου ολόκληρος ο κόσμος θα είναι τελείως διεφθαρμένος. Τότε η περιουσία μόνο θα προσδίδει βαθμό (η ποσότητα των δολαρίων – οικονομικές τάξεις), ο πλούτος (υλικός) θα είναι η μόνη πηγή αφοσίωσης, το πάθος θα είναι ο μόνος δεσμός ένωσης ανάμεσα στα φύλα, η ψευτιά θα είναι το μόνο μέσον επιτυχίας στις αντιδικίες… Η γη θα λατρεύεται μόνο για τον ορυκτό της πλούτο (αδίστακτη εκμετάλλευση του εδάφους, θάνατος της λατρείας της γης)… Τα βραχμανικά ενδύματα θα κάνουν κάποιον Βραχμάνο… η αδυναμία θα είναι η πηγή της εξαρτήσεως (δειλία, θάνατος της πίστεως - fides - και της τιμής στα σύγχρονα πολιτικά σχήματα)… η απλή νίψη (στερούμενη της δυνάμεως της αληθινής τελετουργίας) θα είναι κάθαρση (μπορεί να υπάρξει στα αλήθεια τίποτε περισσότερο στην υποτιθέμενη σωτηρία που επιτυγχάνεται στα χριστιανικά μυστήρια;)… στην Κάλι Γιούγκα άνδρες διεφθαρμένοι από απίστους… θα πουν: «Ποια είναι η αυθεντία των Βεδών; Τί είναι οι Θεοί ή οι Βραχμάνοι;…» «η τήρηση της κάστας, της τάξεως και των θεσμών (παραδοσιακών) δεν θα κυριαρχεί στην Κάλι Γιούγκα. Οι γάμοι σε αυτήν την εποχή δεν θα είναι σύμφωνοι με το τυπικό, ούτε οι κανόνες οι οποίοι συνδέουν τον δάσκαλο με τον μαθητή του θα είναι εν ισχύ… Ένας αναγεννημένος άνδρας θα μυείται με οποιονδήποτε τρόπο (η δημοκρατία εφαρμοζόμενη στο πνευματικό επίπεδο) και τέτοιες πράξεις μετάνοιας με τον τρόπο που θα εκτελούνται δεν θα συνοδεύονται από κανένα αποτέλεσμα (αυτό αναφέρεται σε μία «ανθρωπιστική» και κομφορμιστική θρησκεία)… όλοι οι τρόποι ζωής θα είναι παρομοίως κοινοί σε όλα τα πρόσωπα… Αυτός που θα δωρίζει πολλά χρήματα θα είναι ο κύριος των ανδρών και η οικογενειακή καταγωγή δεν θα αποτελεί πλέον τίτλο υπεροχής (τέλος της παραδοσιακής αριστοκρατίας, έλευση της αστικής τάξεως, της πλουτοκρατίας)… Οι άνδρες θα ικανοποιούν τις επιθυμίες τους με τα πλούτη, παρόλο που απεκτήθησαν με ανέντιμο τρόπο… Άνδρες όλων των βαθμών θα θεωρούν τους εαυτούς τους ίσους με τους Βραχμάνους (η διαστροφή και η αλαζονεία των διανοουμένων και της σύγχρονης κουλτούρας)… οι άνθρωποι θα είναι σχεδόν πάντα υπό τον φόβο λιμού και θα αγωνιούν περί των αναγκαίων αποθεμάτων για τη ζωή· έτσι θα παρατηρούν συνεχώς τα σημάδια του ουρανού (το νόημα των θρησκευτικών και προληπτικών καταλοίπων που είναι χαρακτηριστικά των σύγχρονων μαζών)… οι γυναίκες δεν θα δίνουν καμία σημασία στις διαταγές των ανδρών τους ή των γονέων τους… θα είναι εγωίστριες, ελεεινές, ακατάστατες· θα είναι γκρινιάρες και ψεύτρες, η διαγωγή τους θα είναι ανέντιμη και ανήθικη και θα προσκολλώνται σε έκλυτους άνδρες… Καθώς οι άνδρες θα έχουν παρεκκλίνει προς την αίρεση, η αδικία θα ανθίσει και για αυτό η διάρκεια ζωής θα μειωθεί.
Παρόλα αυτά στο Βίσνου Πουράνα υπάρχουν επίσης αναφορές σε στοιχεία της αρχέγονης φυλής ή φυλής του Μάνου τα οποία έχουν διατηρηθεί σε αυτήν την Σκοτεινή Εποχή, ώστε να αποτελέσουν τον σπόρο νέων γενεών. Αυτό που εμφανίζεται ξανά είναι η γνώριμη ιδέα μίας νέας και τελικής «εξ άνωθεν» θεοφάνειας:
Όταν οι πρακτικές που διδάσκονται από τις Βέδες και οι θεσμοί του νόμου θα έχουν σχεδόν παύσει, και όταν το τέλος της Κάλι Γιούγκα θα είναι κοντά, ένα μέρος του θεϊκού όντος που υπάρχει εκ της ιδίας της πνευματικής φύσεώς του στον χαρακτήρα του Μπράχμα, και το οποίο είναι η αρχή και το τέλος, και το οποίο κατανοεί όλα τα πράγματα, θα κατέλθει στην γη… Τότε θα αποκαταστήσει την δικαιοσύνη πάνω στην γη· και τα μυαλά αυτών που ζουν στο τέλος της Κάλι Γιούγκα θα αφυπνισθούν και θα είναι διαυγή σαν κρύσταλλο. Έτσι οι άνδρες οι οποίοι θα αλλάξουν εξαιτίας αυτού του συγκεκριμένου χρόνου θα είναι οι σπόροι (νέων) ανθρωπίνων όντων και θα γεννήσουν μία φυλή η οποία θα ακολουθήσει τους νόμους της Κρίτα Γιούγκα ή εποχής της αγνότητος (αρχέγονη εποχή).
Στο ίδιο κείμενο και στο ίδιο κεφάλαιο λέγεται ότι η γενιά από την οποία θα γεννηθεί αυτή η θεϊκή αρχή ζει στο χωριό της Σαμπάλα. Η Σαμπάλα – όπως υπέδειξα προηγουμένως – αναφέρεται στην μεταφυσική του «κέντρου» και του «πόλου», στο Υπερβόρειο μυστήριο και στις δυνάμεις της αρχέγονης παραδόσεως.
Ιούλιος Έβολα

Μετάφραση-Απόδοση: Τήμενος

Τετάρτη 20 Οκτωβρίου 2010

Περί προσανατολισμού


Η πολιτική, οι οργανώσεις, τα κινήματα και κάθε λογής ομαδοποίηση και συγκροτημένη (θεωρητικά) δράση, αποσκοπεί στην επίτευξη κάποιων σκοπών. Πόσο ξεκάθαροι είναι όμως αυτοί οι σκοποί, όταν υπάρχουν, μιας και η αποπροσανατολισμένη πλεύση προς το άγνωστο με χειροποίητες σχεδίες αποτελεί καίριο σημείο των καιρών. Πέραν της διευκρινίσεως , όμως, της φύσεως των στόχων που τίθενται, είναι απαραίτητη και η αναζήτηση της προελεύσεώς τους.


Υπάρχει ένα απύθμενο χάσμα μεταξύ της υπερασπίσεως μίας οποιασδήποτε θεώρησης και της ενσαρκώσεώς της. Είναι, σίγουρα, υπερβολικά βολικός ένας βίος κομμένος και ραμμένος στα μέτρα του καθενός, με μία ταυτόχρονη προσπάθεια συμμετοχής στον «αγώνα», από έναν βίο ο οποίος αποτελεί ο ίδιος μία ατελείωτη πάλη για την ενσωμάτωση αξιών και ιδανικών στο οικοδόμημα της εκάστης προσωπικότητος. Είναι δύσβατη η ανηφόρα υπερνικήσεως των παθών, των αδυναμιών, ολόκληρου του εγωικού οικοδομήματος, όπως αυτό έχει διαμορφωθεί και πλασθεί από το περιβάλλον που αναπτύχθηκε, το οποίο μάλιστα τη σήμερον ημέρα προσπαθεί και πολλές φορές καταπνίγει πλήρως πληθώρα αγνών ενστίκτων και κληρονομικών χαρακτηριστικών. Η εκδίωξη των ανθρώπων από την ίδια τους την ύπαρξη διαμέσου του σφυροκοπήματός τους με κουλτούρες, νοοτροπίες, επιστήμες και συνήθειες οι οποίες επιτηδευμένα αποκόπτουν τα δεσμά της «στεφάνης» κάθε φυσικής παρουσίας, από τον κεντρικό άξονά της, στερεί διαπαντός την δυνατότητα παρατηρήσεως, αναζητήσεως και εμπειρικής αισθήσεως της βαθύτερης ουσίας τους. Μη δυνάμενοι να στραφούν εκ της περιμέτρου- στεφάνης προς τον κεντρικό άξονά τους, δεν δύνανται εν συνεχεία ουδέποτε να μετατρέψουν ριζικώς την εν επιφάνεια καθημερινή ζωή, σε βίο εμποτισμένο από τα ανωτέρα ιδανικά και τις υπέρτατες αξίες. Να ηγεμονεύσουν δηλαδή εκείνες οι αλήθειες, τα αιώνια άφθαρτα στίγματα σοφίας που μπορούν να παρατηρηθούν σε κάθε οξυδερκή μαχητή, μέσω των «ψυχικών οφθαλμών» του, διανοίγοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τα μονοπάτια εκείνα προς τα οροπέδια της αληθούς αγωνιστικότητος. Διότι, δεν νοείται αληθής μάχη δίχως έναν αληθή σκοπό. Έναν προορισμό δεικνυόμενο από την εσώτερη βούληση ολόκληρης της κοινότητος, ολόκληρης της φυλετικής ψυχής και επουδενί από προσωπικές, ατομικές επιδιώξεις. Η προέλευση, λοιπόν, των στόχων μιας εθνικοσοσιαλιστικού χαρακτήρα κοινότητος, δεν μπορεί να είναι καμία άλλη πέραν των αιωνίων εκείνων επιταγών που θεμελίωσαν , όχι μονάχα την ύπαρξη, αλλά κυρίως τον λόγο υπάρξεως της Αριονικότητος και της κορωνίδος αυτής Ελληνικότητος. Δεν αγωνιζόμαστε μονάχα για την ύπαρξη της φυλής αυτής καθεαυτής, σαν να επρόκειτο για είδος αγρίου αιλουροειδούς εις κάποιαν κοιλάδα, αλλά για όλα εκείνα που μέσω της διατηρήσεως της φυλετικής καθαρότητος δυνάμεθα να διαφυλάξουμε, να βιώσουμε και να οδηγηθούμε. Ομοίως για το Έθνος, την Πατρίδα, την Θρησκεία, την Φύση. Μη μπορώντας κάποιος να αισθανθεί τον βαθύτερο λόγο υπάρξεως αυτού του Αγώνος, ουδέποτε θα προβληματιστεί για την υφή των «κινήσεων», την ποιότητά του, την πορεία και τον προορισμό του και ουδέποτε θα διανοηθεί να γίνει ο ίδιος αυτό για το οποίο αγωνίζεται. Απλώς αιωρείται μία αναμονή «αλλαγής» του κόσμου ούτως ώστε την επομένη της «επαναστάσεως» να προκύψει (πως;) μία νέα γενιά που θα ενσαρκώσει την παιδεία, την κουλτούρα και τον πολιτισμό…


Δεν είναι τυχαίο το γεγονός πως δεκάδες σύγχρονες κινήσεις αντλούν την ύπαρξή τους από σημειολογία, συνθηματολογία, αισθητική και τακτικές γεννημένες εκ της μητρός της συγχρόνου παρηκμασμένης κοινωνίας. Αυτό το αδιέξοδο, αυτή η ανούσια αντιγραφή εχθρών και φίλων, αυτή η επιμονή στην ποσότητα και η προσκόλληση στα δεσμά απεχθών συνηθειών και αντιλήψεων , αποτελούν μία ασυνείδητη ( ή και συνειδητή) τεχνητή ομίχλη που συνεχώς καλύπτει τον δρόμο που ο πυρόξανθος Ήλιος των ιδεών μας αιωνίως δείχνει ως προορισμό.
Υπάρχουν κομβικά σημεία στην πορεία διαμορφώσεως - αρχικώς ατομικού και κατόπιν συλλογικού – εσωτερικού και εξωτερικού πολέμου, των οποίων η αλόγιστη προσπέραση οδηγεί σε δρόμους, έτη φωτός μακράν των (ας υποθέσουμε) αρχικών αγνών σχεδιασμών. Μερικά από αυτά είναι η παράδοση, η ιερότητα, η δικαιοσύνη , οι διδασκαλίες της επιγνώσεως και αφυπνίσεως, η ανελικτική πορεία εκάστου ατόμου και ο κοινοτισμός.



Καμία κίνηση δεν γίνεται να παρατηρηθεί δίχως την ύπαρξη ενός σταθερού σημείου, μέσω του οποίου είναι μονάχα εφικτή η ορθή παρατήρηση. Ομοίως, από την στιγμή που κινούμαστε εντός συστημάτων, των οποίων είναι αναγκαία η ορθή παρατήρησή τους, για την αποφυγή των βαριδίων του ξεπεσμού τα οποία επιθυμούν να μας φορτώσουν και φυσικώς για την αναζήτηση των αδυνάμων σημείων καταστροφής τους, οφείλουμε να αναζητήσουμε ένα κέντρο. Το κέντρο αυτό έγκειται στην Παράδοση. Η διαμόρφωση ενός συγχρόνου παραδοσιακού ανθρώπου, αποτελεί όπως ο χρόνος κυνικά μας δείχνει, μονόδρομο επιβιώσεως του Αρίου πολιτισμού. Αναφερόμενοι σε παράδοση, εννοούμε τις αιώνιες εκείνες αξίες, οι οποίες μετατρέπουν μία εν προκειμένω χρόνω ανθρώπινη φυσική παρουσία σε μαχητική μονάδα ενάντια στον σύγχρονο παρηκμασμένο κόσμο. Βασικό σκαλοπάτι για την διαμόρφωση αυτού του νέου προτύπου είναι η αναζήτηση του ιερού στοιχείου και της Θείας Ουσίας στον καθημερινό βίο. Ο πνευματικός υλισμός που σταδιακά τόσο ο κομμουνισμός όσο και ο καπιταλισμός έχουν επιτύχει, έχει εκδιώξει κάθε θρησκευτικότητα, κάθε ιερότητα από τις ζωές των ανθρώπων, μετατρέποντάς τους σε καταναλωτικές και παραγωγικές μηχανές. Αντιθέτως, ο παραδοσιακός άνθρωπος, αντικρίζει στο σώμα, την ψυχή, το νου, την συνείδηση, την σκέψη και κυρίως στον κόσμο γύρω του, την ιερότητα που ενυπάρχει σε αυτά, αγωνιζόμενος πολλές φορές ενάντια σε κάποια από αυτά διά την βαθύτερη εμπειρική αίσθησή της. Κατόπιν, η αρμονία μεταξύ όλων αυτών των «κομματιών» είναι και εκείνη η οποία επιφέρει την εσωτερική και εξωτερική δικαιοσύνη, όπως αυτή ορίζεται από τον Πλάτωνα. Για την επίτευξη όλων αυτών των συνοπτικά αναφερομένων καταστάσεων είναι απαραίτητη η άσκηση, η πειθαρχία, η αυταπάρνηση, το θάρρος και η ανιδιοτέλεια. Πλείστοι δάσκαλοι, φιλόσοφοι, εσωτεριστές και παραδοσιολόγοι μας έχουν αφήσει κληρονομιά τόσο θεωρητικές , αλλά κυρίως πρακτικές μεθόδους επίτευξης της απαραίτητης εσωτερικής αφυπνίσεως, πολλές εκ των οποίων διεσώθησαν με κάποια πρωταρχική τους αγνότητα κυρίως στην Ανατολή, μιας και στους εν Ευρώπη Αρίους, ο χριστιανισμός κατόρθωσε διαμέσου πυρός και ατσαλιού να μεταδώσει τα πνευματικά καρκινώματά του. Εν συνεχεία, η ενδελεχείς ανέλιξη, αυτός ο αδυσώπητος εχθρός των στασίμων μολυσματικών, λιμναζόντων υδάτων, αποτελεί κύρια πυξίδα στην καθημερινή πάλη εκάστης ατομικής μονάδος. Η βαθύτατη Ελευθερία και Ειρήνη, επέρχεται στο κενό εκείνο μεταξύ της εξαντλήσεως και της υπερβάσεως, όπου στο παρών ενυπάρχει μόνο η στιγμιαία αίσθηση πυρπόλησης κάποιας μέχρι πρώτινος αδυναμίας. Αφότου επιτευχθεί η χάραξη του προσωπικού μονοπατιού, το επόμενο βήμα – ολοκληρώσεως - είναι η επίτευξη ενός κοινοτικού ομοούσιου ρου, ο οποίος θα αποτελέσει τον κινητήριο μοχλό, την σπίθα αναφλέξεως για την μετέπειτα «κίνηση» εντός των σημερινών συστημάτων αναφοράς. Κίνηση προερχομένη από τις ίδιες μας τις δυνάμεις, εφαρμοσμένες σε εκείνα τα σημεία που εμείς επιθυμούμε και κατευθυνόμενες προς τα εκεί που ο Σκοπός δεικνύει. Η αδιαφορία για την ποσότητα δεν εκρέει από το κατά πόσο λίγοι ή πολλοί μπορούν ή άλλαξαν ποτέ κάτι, αλλά για το ότι είτε λίγοι , είτε πολλοί, εμείς οφείλουμε να φθάσουμε στα συννεφαγκάλιαστα όρη του εθνικού σοσιαλισμού και όχι να παρασύρουμε το όνομα του ( διότι εκείνον ουδέποτε θα δυνάμεθα κατ΄ ουσίαν να επηρεάσουμε) σε τυρβώδης κοινωνικές περιπλανήσεις και άσκοπες διαγραμμίσεις πάνω σε δανεικούς χάρτες.


Κάθε στόχος μας, κάθε σκαλοπάτι του ευρύτερου Σκοπού, ο οποίος δεν είναι άλλως από την επίτευξη της κυριαρχίας της ατομικής και κοινωνικής εκφάνσεως των αρχών του εθνικού σοσιαλισμού, δεν μπορεί να αποτελεί προϊόν συναλλαγής , ζυμώσεων, ελιγμών και ανώφελων συγκρούσεων επικράτησης σε μικρόκοσμους. Ο εθνικοσοσιαλισμός δεν είναι πολιτικό μόρφωμα, μήτε συμπυκνώνεται σε κόμματα ή παρατάξεις. Δεν ορίζεται πλήρως από τον νου, ούτε επιτυγχάνεται η ύπαρξή του από την καταστροφή εχθρών του. Από ένα σημείο και πέρα, είναι εμπειρικός. Για να φθάσουμε στο σημείο αυτό, δεν είναι απαραίτητη κάποια επιφανειακή κοινωνική επικράτηση υποστηρικτών του, αλλά η επικράτηση των πρωτογενών αρχών του εντός ανθρωπίνων ομάδων, ανεξαρτήτως κοινωνίας και περιβάλλοντος. Διότι , οι αρχές του, ως αιώνιες κοσμικές αλήθειες, δύνανται να υπάρχουν παντού και πάντοτε, ικανές μονάχα να συντρίψουν και όχι να συντριφθούν.


Δευτέρα 18 Οκτωβρίου 2010

Πως πεθαίνουν τ' άλογα

Περνούσα το δρόμο της Κηφισιάς· κοντά στη γωνία του βασιλικού κήπου βλέπω ανθρώπους μαζεμένους· όλοι τα είχαν τα μάτια τους προσηλωμένα κάτου· κάποιος, είπα, κάτι θα έπαθε· τίποτε μαχαιριές, τίποτε μεθύσι, τίποτε αρρώστια, τα συνηθισμένα· και πλησίασα. Κι είδα ξαπλωμένο καταγής όχι άνθρωπον· άλλο πλάσμα· ένα άλογο. Πεσμένο ήταν στο ζερβί πλευρό· βαριά βαριά το κεφάλι του στη λάσπη παραιτημένο, σα σφιχτοκαρφωμένο στη γη· το κορμί του μονάχα σάλευεν από στιγμή σε στιγμή σαν από βαρύν αγώνα· σα να γύρευε να ξανασάνει, να λυτρωθεί, να ξανασηκωθεί· του κάκου, του κάκου· συντριμμένα τα κόκαλά του, πόνος το 'σφαζε, μαρτύριο το 'πνιγε. Τέντωνε τα πόδια και κάπου κάπου τ' ανασήκωνε το έν' από τα πισινά του, το δεξί, και το κουνούσε αργά δύο τρεις φορές· έλεγες πως κάποιον έκραζε· και πάλι το ξανάριχνεν αδούλευτο, κι έμενεν ακίνητο. Ήταν στο τραβάι μ' άλλα δύο· γλίστρησε κι έπεσε· και πέφτοντας χτύπησε· τα σίδερα του σύντριψαν τη ραχοκοκαλιά· τ' άλλα δύο συντρόφια του το πατήσαν και αυτά κακά, τ' αποτελείωσαν. Το 'βγαλαν έξω απ' τη γραμμή, το τραβάι με τ' άλλα τράβηξε το δρόμο του. Το χτυπημένο ώρα την ώρα έπεφτε σε πιο μεγάλο βύθος· τριγύρω του οι μαζωμένοι κοίταζαν, φλυαρούσαν, χωράτευαν, γελούσαν. Κι εκεί μπροστά στα μάτια τους το πλάσμα του Θεού ψυχομανούσε κι έδινε του λογικού, το άλογο, το πλέον αξιομίμητο, το πλέον ιερό παράδειγμα : πως να ζει κανείς και πως να πεθαίνει! Τον αγώνα της ζωής δεν τον φοθήθηκε· την Μοίρα την ανίκητη να τη νικήσει δε στοχάστηκε τρελά· σα στωικός φιλόσοφος υπόμεινε την πίκρα· σα στωικός φιλόσοφος έμεινε μακριά από την κακίαν. Απάνου στη δουλειά το χτύπησεν ο κεραυνός της Μοίρας· αλίμονο σ' αυτόν που πέσει· εχθροί του γίνοντ' όλοι, ξένοι και δικοί· έτσι, τα συντρόφια του δεν του 'δωσαν βοήθεια· μάλιστα του έκαμαν κακό· δεμένα κι αυτά, τράβηξαν ανήμπορα το δρόμο τους όσο που νά 'ρθ' η ώρα τους. Έπεσεν ήσυχα ήσυχα, χωρίς φωνή, χωρίς κυλίσματα, χωρίς τινάγματα· κι ο ιδρώτας της αγωνίας χύθηκεν απάνου του προτού στεγνώσει ο ιδρώτας της εργασίας. Νόμιζες όχι πως βασανίζεται συντριμμένο και χαροπολεμά· θαρρούσες πως απλώθηκε να ξαποστάσει και άθελα το πήρε ο ύπνος· έζησε σα μάρτυς και πέθανε σαν ήρωας· κι άθελα ψιθύρισα : Άνθρωπε παραδειγματίσου!

Κωστής Παλαμάς

Τετάρτη 13 Οκτωβρίου 2010

Ο Θάνατος του Παλληκαριού


«Όλη τη ζωή του πάλευαν μέσα του ο κόσμος ο μέτριος και οι πόθοι οι δικοί του και ο πόλεμος αυτός του έφερνε βαριά στενοχώρια. Ποτέ δεν μπόρεσε να του φανή αρκετή η γύρω μετριότητα και, είτε ξέροντάς το είτε μη, γύρευε πάντα κάτι περισσότερο ή κάτι άλλο. Νίκησε τέλος η ψυχή του, μα του πήρε, προτού γεράση, τη ζωή. Με το θάνατό του νίκησε τη μετριότητα…»

«…ο θάνατος του Νέου, ο θάνατος του Ωραίου, ο θάνατος του Αντρείου…»

«…όλα έμεναν άκαρπα χωρίς τον ήρωα. Χρειάσθηκε ο θάνατος ενός παλληκαριού για να δώση πνοή ζωής στις πρώτες εκείνες ενέργειες και σ’ όλα τα σχέδια. Τα λόγια των Ελλήνων έμεναν λόγια ως που να έλθη ο θάνατος να τα ζωντανέψη…»

«… Οι κρίσες των ανθρώπων μολύνουν ως και τον θάνατο ενός παλληκαριού. Όσοι και πριν πεθάνει τον γνώριζαν είπαν·

- Ποιος ήξερε πως ζούσε μεταξύ μας ένας ήρως.

Και χάρηκαν που πέρασε μεταξύ τους ένας ήρως. Από μια στιγμή στη άλλη ήρωα τον έκαμε ο θάνατος. Γεννά τάχα ήρωες ο θάνατος; Δεν ήταν ήρως αφότου γεννήθηκε; Δεν τον εφανέρωσε ήρωα ο θάνατος μόνον επειδή δεν ήλθε αυτός να τον εύρη και να τον πάρει αλλά εκείνος πήγε προς θάνατο και τον εζήτησε; Πήγε προς το θάνατο, και αυτός τότε τον πήρε, τον τύλιξε στην αίγλη του και τον εδόξασε….

…Άλλοι Έλληνες είπαν με κάποια καταφρόνια·

- Ήταν πατριώτης ο καϋμένος.

Και άλλοι ξεστόμισαν·

- Τι βλάκας να πάη να σκοτωθή.

Άλλοι θαύμασαν, γιατί δεν ένοιωσαν, και χάσκοντας είπαν·

- Πως ένας νέος να αγαπά τόσο λίγο τη ζωή του! Πως νέος καλογεννημένος, με πλούτη και όλα τα καλά στο σπίτι του, πως άνθρωπος με γυναίκα νέα και παιδιά μικρά, ν’ αφίνη και καλοπέραση και οικογένεια και να γυρεύη ξένες έννοιες στα βουνά, με τις βροχές και με τα χιόνια! Πως δε φοβήθηκε το θάνατο!

Και οι καλλίτεροι – άπιστοι όμως , άπιστοι σα νάνοι που είνε – είπαν·

- Κρίμα στο παλληκάρι! Πήγε άδικα· τίποτε δε θα κάμη με το θάνατό του· θα ήταν χρησιμώτερος αν έμενε ζωντανός…

…Επειδή τον εγνώρισαν, λυπούνταν που πέθανε, ο νέος, ο έμορφος, δε στοχάζονται όμως πως αν ζούσε δε θα τον εθαύμαζαν τόσο όσο τώρα που πήγε και σκοτώθηκε…»

«…Βρέθηκαν και μερικοί, απλοϊκοί μάλιστα που ενθουσιάστηκαν και τον ελάτρεψαν. Δεν τον εγνώριζαν, χάρηκαν όμως που υπάρχουν ακόμα ήρωες…»

«…Στη Μακεδονία δεν πέθανε παρά ζη και βασιλεύει. Ένα κοριτσάκι στη Βέρροια, που το ρώτησαν ποιος είναι ο βασιλιάς των Ελλήνων, αποκρίθηκε χωρίς δισταγμό·

- Ο Παύλος ο Μελάς. »


Από το βιβλίο του Ίωνα Δραγούμη «Μαρτύρων και Ηρώων αίμα» - κεφάλαιο «Ο Θάνατος Ζωή».

Σάββατο 9 Οκτωβρίου 2010

Edda Gesellschaft


Ο εσωτερισμός, οι θεοσοφικές αναζητήσεις και η διαμόρφωση μίας Αρίας θρησκευτικότητoς αποτελούσε και αποτελεί θεμέλιο λίθο για την ανόρθωση του αναστήματος των Αρίων απέναντι στα σαθρά αλλότρια θρησκευτικά δόγματα που κατακρήμνισαν την ψυχή της Λευκής Φυλής στα τρίσβαθα της παρακμής. Ο εθνικοσοσιαλισμός δεν υπήρξε μονάχα κοινωνική επανάσταση. Πρωτίστως υπήρξε πνευματική, ψυχική, φυλετική και μεταφυσική εξέγερση της χρόνια καταπιεσμένης Αρίας ψυχο- και βιο- συνθέσεως. Μια εκ των εκατοντάδων ομάδων εσωτερικών αναζητήσεων υπήρξε η Εταιρεία της Έντα, η οποία συνετέλεσε σημαντικά στην διαμόρφωση μιας νέας Πίστεως, βασισμένης στις ανάγκες και τον προορισμό ενός συνειδησιακά, πολιτισμικά και φυλετικά Λευκού Ανθρώπου. Ιδιαίτερο κομμάτι της ιστορίας της Εταιρείας είναι η ύπαρξη σημαντικών και υπερδραστήριων γυναικείων προσωπικοτήτων.

Η Εταιρεία της Έντα ιδρύθηκε το 1925 από τον Rudolf John Gorsleben, γνώριμη και σημαντική προσωπικότητα στους κύκλους των εσωτεριστών της εποχής μιας και υπήρξε παλαιό και ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας της Θούλης καθώς και συγγραφέας του έργου "Hoch Zeit der Menschheit" ( Η Ανθρωπότητα στο Ζενίθ της) . Οι εσωτερικές , φυλετικές, ιδεολογικές και θεοσοφικές αναζητήσεις των μελών της εταιρείας δημοσιεύονταν από την περιοδική έκδοση "Deutsche Freiheit" ( Γερμανική Ελευθερία) η οποία εν συνεχεία μετονομάσθει σε "Arische Freiheit" ( Αρία Ελευθερία). Μέγας Μάγιστρος της Εταιρείας υπήρξε ο Werner von Bülow , ερμηνευτής πολλών έργων του Carl Maria Willigut τα οποία είχαν συγγραφεί στην ιδιότυπη ρουνική γραφή του τελευταίου, ενώ εξέχοντα μέλη υπήρξαν ο Friedrich Schaefer και η σύζυγός του Kaethe η οποία φιλοξενούσε στην οικία της μία άλλην παρομοίας εσωτερικής φύσεως, αλλά μικροτέρα σε βεληνεκές δράσεως εταιρεία, την "Free Sons of the North and Baltic Seas" ( Ελευθέρα τέκνα των Βορείων και Βαλτικών Θαλασσών). Δραστήριο μέλος της Εταιρείας υπήρξε η σύζυγος του στρατηγού Erich Ludendorff, Mathilde von Kemnitz. Κατόπιν του θανάτου του R.J. Gorsleben το 1930, η Εταιρεία συνέχισε τις δραστηριότητές της υπό τον πλήρη έλεγχο του W. Von Bülow μετονομάζοντας την έκδοσή της σε "Hag All All Hag".
Το βιβλίο "Hoch Zeit der Menschheit" βρίσκεται στον ακόλουθο σύνδεσμο :

Τρίτη 14 Σεπτεμβρίου 2010

Αριμάσπεια

Τα Αριμάσπεια Έπη αποτελούν ένα χαμένο πλέον έργο του 7ου π.Χ. αιώνα το οποίο αποδίδεται στον ποιητή Αριστέα τον Προκοννήσιο και από το οποίο σήμερα σώζονται μόνο έξι στίχοι στο έργο του Λογγίνου «Περί Ύψους» και άλλοι έξι που μνημονεύει ο Τζέτζης στις «Χιλιάδες» του. Για τον Αριστέα ο Ηρόδοτος διασώζει την παράδοση σύμφωνα με την οποία πέθανε κατά την επίσκεψή του σε εργαστήριο καθαρισμού ρούχων, ο ιδιοκτήτης του οποίου έσπευσε να ενημερώσει τους συγγενείς του νεκρού. Κάποιος ταξιδιώτης από την Κύζικο διέψευσε την είδηση λέγοντας ότι είχε συνομιλήσει με τον Αριστέα καθώς ο τελευταίος κατευθυνόταν προς την Κύζικο. Οι συγγενείς του Αριστέα εξέτασαν το εργαστήριο αλλά δεν βρήκαν πουθενά το σώμα του· επτά χρόνια μετά ο Αριστέας επανεμφανίστηκε, συνέγραψε το έπος του και εξαφανίστηκε πάλι. Διακόσια σαράντα χρόνια μετά εμφανίστηκε στους κατοίκους του Μεταπόντιου στην Ιταλία παραγγέλνοντας ένα άγαλμα για τον ίδιο και την ανέγερση ενός ναού του Απόλλωνα.

Το έργο του χωριζόταν σε τρία βιβλία και όπως αναφέρει ο Ηρόδοτος στο 4ο βιβλίο των Ιστοριών του (4.13.1), περιέγραφε το ταξίδι που έκανε εμπνεόμενος από τον Φοίβο στον Βορρά, στην χώρα των Ισσηδόνων πέρα από τους οποίους όπως διηγούταν ζούσαν διαδοχικά οι μονόφθαλμοι Αρίμασποι, οι Γρύπες οι οποίοι φυλούσαν τον χρυσό και τέλος οι Υπερβόρειοι,η χώρα τον οποίων έφτανε ως την θάλασσα. Σύμφωνα με τον Αριστέα (και όπως αναφέρει ο Ηρόδοτος) όλοι οι παραπάνω λαοί, εκτός από τους Υπερβόρειους, πολεμούσαν συνεχώς μεταξύ τους · οι Ισσηδόνες εκδιώχθηκαν από την γη τους από τους Αρίμασπους, οι Σκύθες από τους Ισσηδόνες και οι Κιμμέριοι από τους Σκύθες. Αναφορά στον Αριστέα και στην πάλη μονόθφαλμων Αρίμασπων και Γρυπών για τον χρυσό γίνεται επίσης στα Αττικά και στα Ηλειακά (1.24.6 και 5.7.9) από τον Παυσανία όπως και από τους Πλίνιο τον Πρεσβύτερο, Ιούλιο Πολυδεύκη και Aulus Gellius. Ο Ηρόδοτος χαρακτηρίζει τους Αρίμασπους μονόφθαλμους βασιζόμενος στις σκυθικές λέξεις arima (ένα) + spou (οφθαλμός), αν και σύγχρονοι ιστορικοί πιθανολογούν ότι προέρχεται από το πρώιμο ιρανικό ariama (αγάπη) + asp (άλογο) και ότι είναι αντίστοιχο του ελληνικού Φίλλιπος, περιγράφοντας κατά αυτόν τον τρόπο ένα βασικό χαρακτηριστικό των λαών της στέππας. Οι Ισσηδόνες τοποθετούνται από τον Ηρόδοτο ανατολικά της Σκυθίας και νοτίως των Μασσαγετών, ενώ ο Πτολεμαίος τοποθετεί τους εμπορικούς σταθμούς Issedon Scythica και Issedon Serica στο λεκανοπέδιο του Ταρίμ. Ορμώμενοι από την ετυμολογία του ονόματός τους κάποιοι επιστήμονες (Tadeusz Sulimirski και Dmitry Machinsky αντιστοίχως) συσχέτισαν τους Αρίμασπους με Σαρμάτες της άνω κοιλάδας του ποταμού Ίρτις στην δυτική Σιβηρία ή με αγαλματίδια που αποδίδονται σε λαούς των Πολιτισμών Afanasevo και Okunevo στην νότια Σιβηρία, οι οποίοι πιθανώς μιλούσαν τοχαρικές γλώσσες.

Κυριακή 12 Σεπτεμβρίου 2010

Η ΦΥΛΗ ΩΣ ΓΕΝΝΗΤΩΡ ΗΓΕΤΩΝ ( Β' ΜΕΡΟΣ )


ΠΡΟΣ ΜΙΑ ΝΕΑ ΤΑΞΗ

Στην Γερμανία η πιο σοβαρή και συμπαγής προσπάθεια να ιδρυθεί μία τέτοια ελίτ συνίσταται στο προαναφερθέν σώμα των S.S. Είναι ενδιαφέρον το ότι ο Χάινριχ Χίμλερ, επικεφαλής αυτού του σώματος το οποίο δύναται να αποκληθεί και «Φρουρά και Τάγμα της Εθνικοσοσιαλιστικής Επαναστάσεως», είναι ταυτόχρονα και επικεφαλής της Μυστικής Κρατικής Αστυνομίας (Gestapo) και ότι άλλοι αξιωματικοί υπό τις διαταγές του έχουν παρόμοιες θέσεις. Σημειωτέον ο Χίμλερ και όλο το Σώμα του είναι υπόλογοι απευθείας και αποκλειστικά στον Χίτλερ. Αυτό που αντλούμε από αυτά τα στοιχεία, είναι η αναγκαιότητα να προχωρήσει η αντίληψη περί «αστυνομίας» πέρα από το στενό πλαίσιο που χαρακτήριζε το παλιό δημοκρατικό και θετικιστικό Κράτος, όπου η αστυνομία είχε να αντιμετωπίσει απλώς παραβάτες και στην χειρότερη περίπτωση ανατρεπτικούς υπό την πιο στενή και άμεση έννοια της λέξεως. Το νέο ολοκληρωτικό Κράτος αποτελεί έναν οργανισμό, ο οποίος πρέπει όχι μόνο να υπερασπιστεί τον εαυτό του ενάντια σε πραγματικές πληγές, αλλά επίσης ενάντια σε κάθε ύπουλη διείσδυση, ενάντια σε οτιδήποτε μπορεί να τον αποδυναμώσει και να διευκολύνει την δράση μικροβίων και τοξινών. Αυτό που χρειάζεται, ως προς αυτήν την άποψη, είναι μία δράση η οποία δεν είναι απλώς αμυντική, αλλά επίσης προληπτική και αντεπιθετική. Στο πλαίσιο αυτό οι αποστολές που γίνονται εμφανείς δεν έχουν να κάνουν τόσο με κάποια παράγραφο του ποινικού ή άλλου κώδικα. Μάλλον απαιτούν μία επιδέξια δράση επίβλεψης και προστασίας η οποία θεωρεί το ηθικό και το πνευματικό ως πολύ σημαντικά και έχει την φύση μίας Ιεράς Εξετάσεως υπό την καλύτερη έννοια, περισσότερο από ότι έχει την φύση της «αστυνομίας», εξαιτίας της επιγνώσεως ότι η αληθινή δύναμη της επαναστάσεως έγκειται στο όραμα του κόσμου και στις μεγάλες θεμελιώδεις ιδέες της και επίσης της επιγνώσεως ότι η αλλοίωσή ή η αποδυνάμωσή τους θα ανήγγειλε μίαν αναπόδραστη παρακμή του κομματικού-πολιτικού οργανισμού υπό την στενή έννοια του όρου. Σε αυτό το πεδίο επίσης, είναι εμφανές ότι τίποτε δεν θα ήταν πιο θανατηφόρο και αναποτελεσματικό από την γραφειοκρατία, τίποτε δεν θα ήταν πιο ουσιαστικό από μία λεπτή ευαισθησία, μία φυλετική ευαισθησία, ένα ένστικτο ικανό να αναπτυχθεί ακόμη και σε περιοχές που συνορεύουν με το απόκρυφο.

Αφού η προσοχή μας δικαίως επιστήθηκε στο έγγραφο που είναι γνωστό ως «Πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών», πρέπει να αναρωτηθούμε αν υπάρχει η πολυτέλεια της καθοιονδήποτε τρόπου υποεκτίμησης των δυσκολιών της αποστολής δημιουργίας στοιχείων, τα οποία τουλάχιστον μπορούν να είναι ίσα ως προς τις ικανότητές τους με τους μυστικούς ηγέτες της παγκόσμιας ανατροπής και τα οποία θα γνωρίζουν όλα τα μέσα τους. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν μας αυτό, μπορούμε να δούμε ποια σημασία πρέπει να έχει η ιδέα μίας φυλετικής-πνευματικής ελίτ, ιδέα στην οποία αφιερώσαμε τις προηγούμενες σκέψεις μας. Καθώς εξελίσσεται θα μπορούσε να της επιτραπεί να αναπτυχθεί πέρα από το απλώς εθνικό πεδίο, πέρα ακόμη και από αυτό ενός οργανισμού όπως η περίφημη Υπηρεσία Πληροφοριών, εκτελώντας αποστολές οι οποίες καθώς είναι επί του παρόντος περιορισμένες στον εθνικό τομέα τους, παραμένουν μόνο δυνατότητες ακόμη και σε αυτά τα ίδια τα Εθνικοσοσιαλιστικά S.S. Κατά αυτόν τον τρόπο δηλαδή είναι δυνατό να οδηγηθούμε στην ιδέα ενός Στρατιωτικού Τάγματος, υπό την αρχαία, μεσαιωνική έννοια, το οποίο είναι επίσης πνευματικό και δομημένο έτσι ώστε να υπερασπίζεται την παράδοση και να επιτίθεται στον εχθρό σε όλες τις μορφές του, ορατές και αόρατες, οπουδήποτε βρίσκεται και οποιαδήποτε μεταμφίεση και αν προσλάβει, κοινωνική, πολιτική, πολιτισμική ακόμη και επιστημονική: εν ολίγοις το θετικό αντίστοιχο της αλληλεγγύης που χαρακτηρίζει την παγκόσμια συνομωσία και το διεθνές ανατρεπτικό μετώπο.

Φυσιολογικά, πριν εισέλθουμε σε αυτό το στάδιο θα χρειαστεί μία μακρά περίοδος εκπαιδεύσεως, επιλογής και εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής και κοινωνικής οργανώσεως της εν λόγω ελίτ. Σε αυτό το στάδιο, εντούτοις, το κυριότερο είναι να αποκτήσουμε επίγνωση των απαιτήσεων και να καταγράψουμε την εξής αρχή: να προχωρήσουμε πέρα από το γενικό, πολιτικό, προπαγανδιστικό, λαϊκιστικό στάδιο της φυλετικής επίγνωσης · να φτάσουμε στο εποικοδομητικό, σοβαρό, διαφοροποιητικό και επιμορφωτικό στάδιο εγκαθιδρύοντας κατάλληλους οργανισμούς και αναθέτοντας συγκεκριμένες ευθύνες σε εκείνους οι οποίοι κατέχουν ιστορική καλή τύχη και κατάλληλα προσόντα. Να προχωρήσουμέ πέρα από απλά λόγια και θεωρίες, σε αυτό που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σχολή μελλοντικών ηγετών.

ΙΟΥΛΙΟΣ ΕΒΟΛΑ



Μετάφραση-Απόδοση: Τήμενος

Πέμπτη 9 Σεπτεμβρίου 2010

Herbert Draper

Βρετανός ζωγράφος (1863 - 1920) της Βικτωριανής περιόδου. Φοίτησε στην Βασιλική Ακαδημία του Λονδίνου, όπου του απονεμείθηκε χρυσό μετάλλιο και μια υποτροφία για να ταξιδέψει· πέρασε αρκετό καιρό στην Ρώμη και στο Παρίσι. Από το 1887 μέχρι και τον θάνατό του εξέθετε κάθε χρόνο έργα του στην Βασική Ακαδημία, πότε όμως δεν αναγορεύτηκε σε συνεργάτη της.
Τα έργα του είναι εμπνευσμένα και απεικονίζουν θέματα της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας και της βρετανικής παραδόσεως με έναν ιδιαίτερο ατμοσφαιρικό αλλά ταυτόχρονα ρεαλιστικό τρόπο. Πολλά από τα έργα του περιέχουν το στοιχείο της θάλλασσας, είτε λόγω του μύθου που παρουσιάζουν είτε επειδή ο ίδιος ο Draper "έστησε" την σκηνή του πίνακά του στην θάλλασσα.


The Lament for Icarus


Clyties of the Mist


The golden Fleece


Ulysses and the Sirens


Lamia


Lancelot and Guinevere


The Water Nymph


The Sea Maiden


Day and the Dawnstar


The Gates of Dawn