Δευτέρα 28 Ιουνίου 2010

Antonín Dvořák

Τσέχος συνθέτης του Ρομαντικού Ρεύματος της Τέχνης (1841 - 1904).
Μόλις στα 6 του χρόνια εισήλθε στον κόσμο της μουσικής και στα 16 του ήδη φοιτούσε στην μουσική σχολή της Πράγας. Στα 18 του χρόνια ήταν πλέον επαγγελματίας μουσικός· εργαζόταν στην Εθνική ορχήστρα παίζοντας βιόλα, παρέδιδε μαθήματα πιάνου, έπαιζε το εκκλησιαστικό όργανο στην Εκκλησία του Αγίου Αδαλβέρτου στην Πράγα και παράλληλα συνέθετε τα δικά του έργα : σ' αυτό το πρώιμο στάδιο κυρίως συμφωνίες και κομμάτια για πιάνο και έγχορδα.
Οι μουσικές συνθέσεις του και οι πολύ καλές κριτικές που εισέπραξε τράβηξαν την προσοχή του Johannes Brahms, με την φιλία και τις γνωριμίες του οποίου ανοίχτηκε ο δρόμος για την διεθνή καταξιώσή του και τις πολλές βραβεύσεις και τιμητικές θέσεις που έλαβε τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Αμερική.
Διετέλεσε καθηγητής ενορχήστρωσης και συνθέσεως στο Ωδείο της Πράγας και Διευθυντής του Εθνικού Ωδείου της Νέας Υόρκης με τεράστια ετήσια αμοιβή. Στην Αμερική, συνέχισε το συνθετικό του έργο και παράλληλα ασχολήθηκε με την ανακάλυψη της "Αμερικανικής Μουσικής", δηλαδή των ιδιαίτερων εκείνων μουσικών μοτίβων που θα μπορούσαν να καθιερώσουν μια εθνική αμερικανική μουσική.
Τα δικά του έργα ήταν αποτέλεσμα διαφορετικών ακουσμάτων, μουσικών ρευμάτων και σχολών, τα οποία συνέδεσε αριστοτεχνικά : από τους Beethoven, Richard Wagner, Tchaikovsky, Brahms, Smetana μέχρι την παραδοσιακή μουσική της Τσεχίας (της Μοραβίας και της γενέτειράς του της Βοημίας) · στην πιο ώριμη δημιουργική του περίοδο γίνεται ξεκάθαρη η μουσική ιδιαιτερότητά του : ο συνδυασμός των κλασσικών μουσικών φορμών με τα φολκλορικά μοτίβα. Ασχολήθηκε με πολλές διαφορετικές συνθετικές δομές/μορφές : συμφωνίες, συμφωνικά ποιήματα, όπερες, μουσική δωματίου (κουαρτέτα, κουιντέτα), κομμάτια για πιάνο και για έγχορδα, τραγούδια και χορωδιακή μουσική.


Ο Τύμβος του Antonín Dvořák στην Πράγα



Κυριακή 27 Ιουνίου 2010

Εργάτης δίχως πατρίδα…



…άνθος δίχως ρίζες μήτε ουρανό.


Απογυμνώνοντας την συνείδηση ενός εργάτη από την εθνική και φυλετική της υπόσταση και εισάγοντας σε αυτήν είτε πλασματικές ταξικές χροιές είτε την αναζήτηση του μεγίστου ατομικού κέρδους , γίνεται αυτομάτως εφικτή η μετατροπή των αγνότερων και ικανότατων προς κοινωνικές ανατροπές δυνάμεων σε ιδανική πρώτη ύλη για την καπιταλιστική παραγωγική διαδικασία. Δίχως κάποιο ανώτερο ιδανικό να φωτίζει τον μόχθο, τις θυσίες, τις απώλειες και την παραγωγή έργου ενός εργάτη, το κέρδος καταλαμβάνει την περίοπτη θέση του μοναδικού προορισμού ενός ανθρώπου. Κατόπιν, η αναζήτηση του μεγίστου κέρδους οδηγεί στην εκμετάλλευση από την πλευρά των εργοδοτών και στην αντιδραστική υποβάθμιση της εργασίας εκ μέρους των εργατών. Μόνος νικητής σε όλες αυτές τις συγκρούσεις είναι εκείνοι οι κύριοι που μπροστά από κάποια οθόνη παρακολουθούν τα νούμερα των οικονομικών τους μεγεθών να αυξομειώνονται. Στα πολυτελέστατα γραφεία τους θα υπάρχει κάποιο ράφι με χαρτιά όπου θα αναγράφονται οι νεκροί εργάτες, οι ασφαλίσεις, οι απολύσεις , οι προσλήψεις, οι μισθοδοσίες και οι εναλλακτικές λύσεις μείωσης του ανθρωπίνου δυναμικού προς περαιτέρω αύξηση των κερδών. Δίχως ψυχή, δίχως αισθήματα, δίχως ύπαρξη, κάθε εργαζόμενος ή εργάτης αποτελεί μία σάρκα που οφείλει να επιτελέσει την εργασία που του αναθέτουν στον χρόνο που του παρέχουν. Είναι μαύρος; Είναι λευκός; Είναι ασιάτης; Έχει οικογένεια; Έχει παιδιά; Έχει προβλήματα υγείας; Είναι απλά μία ρομποτική εφεύρεση; Αδιάφορο. Το μόνο που ενδιαφέρει τις υπολογιστικές μηχανές είναι τι μπορεί να παράγει ή ποια υπηρεσία μπορεί να προσφέρει. Από την πλευρά του ο εγκλωβισμένος στην μακαριότητα της δημοκρατίας και του κεφαλαιοκρατισμού εργάτης αναζητά διέξοδο. Μόνα του όνειρα, η επιβίωση της οικογένειας του και οι μικρές καθημερινές απολαύσεις. Μερικά τσιγάρα, μερικές μπύρες, η ομάδα , οι φίλοι και η γειτονιά. Εκείνοι οι άνθρωποι που καθημερινώς ακροβατούν στο νήμα του κινδύνου, που η ίδια τους η εργασία αποτυπώνεται με τα χρόνια στο κορμί τους, εισπνέουν μονάχα προδοσίες και εκπνέουν υπομονή. Στέκονται πολλές φορές σκυμμένοι όχι λόγω της κούρασης, αλλά επειδή η «παιδεία» των «σοσιαλιστών» αποψίλωσε κάθε ίχνος της περηφάνιας τους. Τα λερωμένα χέρια και τα βρώμικα ρούχα είναι ντροπή στην δημοκρατία. Αντιθέτως, οι βρώμικοι πολιτικοί, επιχειρηματίες, εργατοπατέρες και δημόσιοι υπάλληλοι έγιναν το όνειρο κάθε γονιού για το παιδί του. Χιλιάδες συνδικάτα, χιλιάδες καλοπληρωμένοι συνδικαλιστές, χιλιάδες εισοδηματίες, χιλιάδες αιώνιοι φοιτητές και χιλιάδες αργόσχολοι διατυμπανίζουν την «αγωνιστικότητά» τους για την εργασία. Μία εργασία την οποία παρέδωσαν στα μεταναστευτικά κύματα που δίχως κανέναν έλεγχο ή προσπάθεια ανακοπής εισέβαλλαν στον ελλαδικό χώρο. Ανθέλληνες εκ φύσεως, γνώριζαν πως ο κατακερματισμός του εργατικού δυναμικού ενός έθνους, το καθιστά αδύναμο να «χτίσει» τα δικά του υλικά και άυλα οικοδομήματα. Απολάμβαναν «αριστεροί» και «δεξιοί» την κατάντια του νεοέλληνα, που εκμεταλλευόμενος τις σάρκες που απλόχερα ο καπιταλισμός τους πρόσφερε , δολοφονούσε το μέλλον των παιδιών του. Διότι ενώ ο κατατρεγμένος μετανάστης γινόταν αγρότης, οικοδόμος, ψαράς, ηλεκτρολόγος, υδραυλικός, εκείνος σκορπούσε το «κέρδος» του στην «μόρφωση» και στην καλοπέραση των τέκνων του. Μόρφωση που οδηγεί στην ανεργία και καλοπέραση που θεμελίωσε βαθειά στην νέα γενιά την αδράνεια, την υποταγή και την αναζήτηση εκτονωτικών διεξόδων.
Εχθρεύονται και μάχονται μανιωδώς τον εθνικό σοσιαλισμό διότι βίωσαν και γνώρισαν πως η πατρίδα για έναν εργάτη, για έναν αγρότη, για έναν επιστήμονα, για έναν καλλιτέχνη, για έναν στρατιώτη είναι εκείνος ο Ήλιος που φωτίζει και τρέφει με απροσδιόριστα ποσά ενέργειας την αυγή του καθημερινού αγώνα του. Είναι εκείνος ο προορισμός που μετατρέπει το στιγμιαίο κτύπο μίας σφύρας, την στιγμιαία συγκόλληση ή την στιγμιαία αναζήτηση λύσης ενός τεχνικού προβλήματος σε λίθο προς το αιώνιο οικοδόμημα της Ελλάδος, της Φυλής, του Γένους . Το κέρδος όλων , εργοδοτών και εργατών, γονατίζει μπροστά στον συλλογικό σκοπό και εκείνος ο οποίος θυσιάζει είναι και εκείνος που τιμάται. Ποιος καπιταλιστικός κρατικός μηχανισμός θα μπορούσε να συγκρατήσει την εθνική συνείδηση της εργατικής δυνάμεως; Ποιος δημοκράτης πολιτικάντης μπορεί να σταθεί απέναντι σε έναν οργισμένο εργάτη; Ποιο γρανάζι θα μπορεί να λειτουργήσει όταν η άμμος της συλλογικής αντιδραστικότητας εισρεύσει στις οδοντώσεις του; Κανείς και τίποτα δεν μπορεί να σταθεί μπροστά στην λαϊκή θέληση, όταν εκείνη αποτινάξει τα δεσμά που την σέρνουν στα βάραθρα της παρακμής. Μα επίσης, γνήσια λαϊκή θέληση, δεν μπορεί να υπάρξει δίχως την μεταφυσική του αίματος, την μελέτη , την διατήρηση και την μετεξέλιξη της κοινής προγονικής κληρονομιάς και των κοινών πολιτισμικών και εθνικών ονείρων.Η απαίτηση μεγάλων έργων, γεννάει γενναίους και τολμηρούς εργάτες, μεταμορφώνει τα παιδιά σε Άνδρες, οξύνει την σκέψη, πειθαρχεί το σώμα και διαπλατύνει τα όρια των αντοχών. Τέλος, καρποφορεί τα άνθη εκείνα που στο λυκαυγές θα είναι «χαλαστές», μα πριν το λυκόφως θα χουν γίνει «χτίστες»….



Δευτέρα 21 Ιουνίου 2010

Στην γκρίζα κοινωνία των μηδενιστών



Στις γκρίζες μητροπόλεις χημικές χρωματικές συνθέσεις καλούνται να διασώσουν την αισθητική τσιμεντένιων κλουβιών εντός των οποίων οι σκουριασμένες σωληνώσεις, οι σαπισμένοι τοίχοι, οι μαυρισμένες καλωδιώσεις, τα φθαρμένα σκαλιά και τα φαγωμένα ξύλα σε τίποτα δεν διαφέρουν από τις ψυχές που φυλακίζουν. Χιλιάδες άνθρωποι πολτοποιούνται για να τοποθετηθούν στην κονσέρβα του πολυπολιτισμού η οποία θα τοποθετηθεί στα ράφια των καπιταλιστικών υπεραγορών. Η νεότητα κείτεται νεκρή στους πρόποδες των βωμών της αλλοτρίωσης. Ένστικτα και αρχέτυπα έρρευσαν από τα χείλη των απροσκύνητων γενεών μαζί με το αίμα που έφτυναν όταν ο πόνος από το τρόχισμα των ονείρων άρχιζε να κόβει το νήμα της υπάρξεως. Η ελπίδα ρίχτηκε ως πρώτη ύλη για το οπλισμένο σκυρόδεμα της αστικής ζωής και η αρετή πνίγηκε στα βρώμικα ύδατα των «καθωσπρέπει» σύγχρονων προτύπων. Ερωτοτροπώντας με την παρακμή και την αυτοκαταστροφή ως απόρροια του χρόνιου σφυροκοπήματος της αισθητικής από τους φορείς των νόσων του καπιταλισμού και του μαρξισμού, εισέρχεται η περιπλανώμενη σάρκα στον λαβύρινθο της ηθικής, σωματικής και πνευματικής «απελευθέρωσης», συγκρούεται στους σκοτεινούς διαδρόμους με τα τείχη και εν τέλει, χιλιοπληγωμένη σταματά σε μία γωνία και καταρρέει. Κουρελιασμένη και βρωμισμένη αναμένει το τέλος. Νοσταλγία για γεγονότα, υλικές απολαύσεις και φθαρτές εμπειρίες. Κενότητα.


Στους ναούς αυτούς του νιχιλισμού εμείς καλούμαστε να ορθώσουμε το ανάστημά μας. Καλούμαστε να κινητοποιηθούμε, υπερνικώντας όχι μόνο την ατομική αδράνειά μας, αλλά και όλες εκείνες τις αντίρροπες προς την πορεία μας δυνάμεις. Η φυγή από την πραγματικότητα θα ήταν μία ιδανική λύση διάσωσης της ηρεμίας, της αγνότητας των ιδεών και της αξιοπρέπειάς μας, ταυτόχρονα όμως θα ήταν και δειλία. Η προσαρμογή επίσης θα ήταν ντροπιαστικός συμβιβασμός. Με πλήρη επίγνωση του γεγονότος πως ο λυσσαλέος μας πόθος να συνθλίψουμε τα μικρόβια του περιβάλλοντος αυτού – πόλη, γειτονιά, πατρίδα - θα μας γεμίσει πληγές, αγωνιούμε να διευρύνουμε τα όρια των αντοχών μας. Η προσπάθεια διατήρησης της ηρεμίας και της αντιμετώπισης κάθε είδους πόνου σίγουρα θα μας οδηγήσει στην περιοδική αυτοεξόριση, εντός των τειχών της συνεχούς πάλης για επιβίωση, καθώς και στην συνεχή αναζήτηση της ουσιαστικότερης αντιδραστικότητας. Οφείλουμε επίσης, πριν την αγωνιστικότητα, να επαναπροσδιορίσουμε τους λόγους και τους προορισμούς της. Τι νόημα έχει η αφοσίωση στην απομάκρυνση λιγοστών επικαλύψεων από την επιφάνεια όταν ο εσώτερος πυρήνας έχει μετατραπεί σε εστία των πιο θανατηφόρων μικροβίων; Θα είναι μακρύς και επίπονος ο δρόμος της δημιουργίας των νησίδων εκείνων οι οποίες θα αποτελέσουν το έθνος και την φυλή – πολιτισμικά, πνευματικά και βιολογικά - σε έναν κόσμο που και τα δύο δυστυχώς έχουν ξεφτίσει σαν υγρασία που ξέρασε κάποιος παλιός σοβάς. Σε όλην αυτή την σημερινή παράνοια, στην διαστρέβλωση των πολιτικών θεωριών και του βαθυτέρου νοήματος του εθνικοσοσοιαλισμού, στην συνειδητή και ασυνείδητη δυσφήμησή του , στον ευρύτερο εκχυδαϊσμό - αυτοεξευτελισμό του λευκού ανθρώπου και στον εθελούσιο ηθικό και πολιτισμικό εκτουρκισμό των νεοελλήνων, ο σχηματισμός των νέων προτύπων δύναται να αποτελέσει το μόνο μέσο διάσωσης της βιοθεωρίας εντός της οποίας εσωκλείονται οι απαρχές της πίστεως και του προορισμού μας.


Η σιδηρά θέληση και η πειθαρχία θα οδηγήσουν στην ανάπτυξη των ικανοτήτων που θα επιφέρουν τις αναγκαίες υπερβάσεις, πρωτίστως στις εσωτερικές μάχες και δευτερευόντως στις εξωστρεφείς δράσεις. Η πνευματικότητα, οι ιδεολογικές ζυμώσεις, η παραγωγή περισσοτέρων προτύπων και η διαμόρφωση της καθημερινότητας αποτελούν απαραίτητα εργαλεία για την μετέπειτα κοινωνική δράση σε συστήματα προγραμματισμένα εξαρχής να συνθλίψουν κάθε ίχνος αναλόγου της φύσεως του εθνικοσοσιαλισμού ριζοσπαστικού στοιχείου, φέρνοντας στα εκάστοτε επιθυμητά για εκείνα μέτρα την ύπαρξή του. Οι ψυχικοί, σωματικοί και πνευματικοί αμυντικοί μηχανισμοί που πρέπει να αναπτυχθούν ώστε να μπορέσει ένας στρατιώτης των ιδανικών μας να σταθεί στην καθημερινή μάχη (δεν γίνεται κανένας λόγος για συλλογική κοινωνική νίκη) απαιτούν εκτενή και συνεχή άσκηση και δράση. Επίσης, ελλείψεως κάθε είδους θεμελίων και δομών στον ευρύτερο σύγχρονο εθνικοσοσιαλισμό, καλείται καθείς να επιτελέσει το ιερό καθήκον εντάξεως των βασικών αρχών αρχικά στον προσωπικό του βίο και εν συνεχεία στην κοινότητα που τον περιβάλλει. Κάθε αυγή δίνεται ο όρκος υπερνίκησης του χθεσινού «Εγώ» και εμπλουτισμού της ποιότητας και της δράσεως του αυριανού συνολικού «Εμείς». Θα αφοσιωθούμε στην εξασφάλιση των απαραιτήτων ατομικών και συλλογικών μέσων για την επιβίωση και τον αγώνα, δίχως να ενδιαφερθούμε πόσο θα διαρκέσει η κούραση, η εργασία ή η απομόνωση. Η πρώτη γραμμή του αγώνα είναι ακριβώς εκείνη η γραμμή που χωρίζει το επόμενο βήμα μας από το προηγούμενο. Οι στιγμές, οι προσπάθειες, οι αποφάσεις, οι επιτυχίες και οι αποτυχίες, οι χαρές και οι λύπες είναι προσδεμένες με λεπτά νήματα τα οποία περιστρέφονται από τον κεντρικό άξονα της υπάρξεως μας, τον οποίο συνεχώς μέσω διδασκαλιών και διδαχών προσεγγίζουμε. Η φυγόκεντρη ή η κεντρομόλος φύση των δυνάμεων που θα αναπτυχθούν από αυτές είναι βασική απόρροια της σκέψεως και της δράσεως.

Η κατ’ επιλογήν αυτή προσπάθεια ορθώσεως του αναστήματός μας εντός αυτών των αθροισμάτων προσκυνημένων και συνήθως μιαρών μικρόκοσμων που μας περιτριγυρίζουν αποτελεί πρόκληση τρομακτικού μεγέθους η οποία δεν έγκειται μόνο στο να παλέψουμε για την ελληνικότητα η οποία μάλιστα έχει πλήρως διαβρωθεί και εξευτελιστεί, αλλά να γίνουμε φορείς όσων περισσοτέρων χαρακτηριστικών της πρωτογενούς γνήσιας φύσεώς της, χρονικά και χωρικά προσδιορισμένης στο σήμερα. Η δημοκρατία, ο χριστιανισμός, τα κόμματα, οι οικονομικές εξελίξεις, η εξωτερική και εσωτερική πολιτική, οι κάλπες, η δεξιά, η ακροδεξιά, η αριστερά και ποικίλα άλλα μορφώματα αποτελούν αναχώματα στην ανάβαση προς την σημερινή υπέρβαση του εθνικοσοσιαλισμού ως βιοθεωρία η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει στον σχηματισμό εκείνων των εργατικών, στρατιωτικών, πνευματικών και άλλων ρευμάτων τα οποία θα δρομολογούσαν μία νέα εξέγερση. Σκοπίμως όμως, αυτά τα μορφώματα επιτρέπουν την ύπαρξη του εθνικοσοσιαλισμού ως «περιθωριακή» επιλογή δημιουργώντας την ψευδαίσθηση υπάρξεως των ιδανικών μας στις δομές τους, ως κακή νόσος βέβαια, ενώ στην ουσία ολόκληρο το σύστημά τους κινείται όχι στο περιθώριο, αλλά μακράν εκ των ορίων των αξιών, των ονείρων και του κόσμου για τον οποίο αγωνίζεται ένας εθνικοσοσιαλιστής. Κοιτάζοντας κατάματα λοιπόν την ασχήμια, την παρακμή και τον εκφυλισμό αποτυπωμένα σε βλέμματα, σώματα, κτίρια, λόγια, βιβλία, τηλεοράσεις και δρόμους, τίθεται το ερώτημα της αναζητήσεως καταλύματος εντός αυτών των ερείπιων ή της αναβάσεως των χαλασμάτων προς την χάραξη των νέων μονοπατιών…