Σάββατο 29 Δεκεμβρίου 2012

Περί κατευθύνσεως




Η μοίρα των ευγενέστερων ιδανικών, των αγνότερων αισθημάτων και των ανιδιοτελών θυσιών είναι πολλές φορές ο χυδαίος εκφυλισμός τους, ο θρίαμβος της αποκαθηλώσεώς τους χάριν κάποιου ταπεινού πάθους ή αδυναμίας. Πόση χαρά θα διακρίνουμε στα μάτια των εχθρών  όταν τους δούμε να αντικρίζουν την πληθώρα αυτών που αναζητούν «καταφύγιο» σε – ισμούς  διψώντας για λίγη λάμψη από κάποια περίοδο του παρελθόντος στο προάστιο μιας κατ’ άλλα ασήμαντης ζωής. Πόση χαρά θα διακρίνουμε στα μάτια των εχθρών όταν αυτοί οι οποίοι μιλούν για πατρίδα, φυλή και συντροφικότητα εξευτελίζουν αναίσχυντα τις όποιες επικαλούμενες αρχές τους χάριν των εφήμερων απολαύσεών τους. Μα όση περισσότερη χαρά και αν διακρίνουμε στα μάτια των εχθρών, τόση περισσότερη ορμή θα γεννιέται σε όσους αναζητούν το μονοπάτι ενός δρόμου  διαφορετικού. Εκεί που πορφυροί χιτώνες καλύπτουν κάθε λογής πληγές για να μην τις βλέπουν μήτε οι εχθροί μήτε οι σύντροφοι, εκεί που κανείς δεν μιλά για τον εαυτό του και τις δυσκολίες του μα μονάχα για την Νίκη, εκεί που τα πάθη καίγονται από τις σπίθες στο βλέμμα του Συναγωνιστή, εκεί που με  κρασί και φωτιά κάτω από τον έναστρο ουρανό καίγονται από την τυραννία της σκέψεως οι προδότες και οι δειλοί, όλοι αυτοί που ατίμασαν το Αγνό, το Ιερό και το Αιώνιο για οτιδήποτε  εφήμερο. Και αν μας  συμβουλεύσουν οι λογικοί πως ανθρώπινα είναι και τούτα, οφείλουμε να τους θυμίσουμε πως τόσο το ανθρώπινο όσο και το λογικό τα ξορκίσαμε με μια αράδα στίχων, εκλεκτών λυτρωτών από τα βάσανα του νου τις στιγμές που το δροσερό μέταλλο τυλίγει τους καρπούς, τις στιγμές της ατελείωτης κοπώσεως από τον αγώνα για επικράτηση στην μάχη της επιβιώσεως, τις στιγμές της κτηνωδίας και του πόνου από το μένος των εχθρών, τις στιγμές των αλλεπάλληλων αδιεξόδων και κάθε  στιγμή ισορροπήσεως μεταξύ Ζωής και ενεργού καθημερινού θανάτου. Και αν ακόμη η ίδια η αμφιβολία αναβλύσει και η διαύγεια έχει χαθεί, τότε μονάχα η επιμονή προς την Βορεινή μας κατεύθυνση είναι αυτή η οποία θα  ξεδιαλύνει την ομίχλη και  κάποια στιγμή θα δούμε πάλι καθαρά, είτε με τα μάτια της φυσικής παρουσίας , είτε με εκείνα της ψυχής, την αλήθεια που μας απέκρυψε η τύρβη.
Σε αυτόν τον δύσβατο δρόμο τίποτα δεν χαρίζεται και τίποτα δεν θα ζητιανέψουμε. Τον απαραίτητο ζωτικό μας χώρο δεν τον ζητάμε  και δεν τον διαπραγματευόμαστε. Δεν τον αναλύουμε μήτε τον προσδιορίζουμε σε συντεταγμένες αόριστες. Τον κατακτούμε σε χρόνο και τόπο πραγματικό. Για αυτό τον λόγο σύντροφος μας δεν μπορεί να θεωρηθεί ο εργασιακός αναλυτής, αλλά ο εργάτης, ούτε ο ηθικολόγος, μα ο ηθικός.  Δεν επιθυμούμε τους ποιητές ή τους θεωρητικούς, τους κριτές ή τους υποστηρικτές, τους αναγνώστες ή τους ψηφοφόρους, μα τους Άνδρες που γεννούν και τις Γυναίκες που τεκνοποιούν ένα νέο Αύριο.  Αυτός ο ιδρώτας, αυτό το αίμα και αυτές οι μάχες είναι η μόνη αληθή λαμπρότητα. Η Ιδέα μας υπάρχει όσο υπάρχουν  φορείς της. Ο Σκοπός μας υπάρχει όσο υπάρχουν  αγωνιζόμενοι να τον φέρουν εις πέρας. Η Φυλή μας υπάρχει διαμέσου των δικών μας υπάρξεων και όσων αφήσουμε πίσω μας. Κάθε φορά που θα λογιστούμε την Ιδέα, τον Σκοπό ή την Φυλή θα πρέπει να φέρνουμε κατά νου πρωτίστως τους εαυτούς μας. Αν στις εσωτερικές και εξωτερικές μας μάχες κεντρικός άξων των κινήσεών μας υπήρξε η Ιδέα μας ή κάτι άλλο. Αν κάτι άλλο δρομολόγησε την κίνησή μας τότε αυτό ηγεμόνευσε, αυτό κυριάρχησε και όχι οι επιταγές της Πίστεώς μας.
Αυτό ακριβώς το σημείο είναι όπου γεννιέται η σπίθα για να δώσει την φλόγα σε οποιοδήποτε πεδίο μαχών. Η σύνδεση του εσωτερικού πολέμου με την εξωτερική πάλη. Αυτή η ενδελεχής κατάσταση βιώσεως της θέρμης του Αγώνα άνευ αγκιστρώσεων εκ του παρελθόντος και άνευ ορίων για τις κατακτήσεις του μέλλοντος. Εκεί που τα λεπτά νήματα κόβονται προτού σχηματίσουν το τρομακτικό κουβάρι της συγχύσεως, της υποκρισίας και εν τέλει της καταδίκης της Ιδέας μας εντός των φυλακών του ιδίου μας εκφυλισμού. Ο προσανατολισμός μας είναι πάντοτε βάσει του οίακα του κεντρικού μας άξονα  ο οποίος δεν είναι άλλος από την δημιουργία φορέων μιας αιώνιας Ηλιακής Ιδέας, της οποίας βεβαίως  πλείστες  εκφάνσεις θα βρεθούν στο πρόσφατο παρελθόν της Ευρώπης.
Όλες αυτές οι γνωστές και άγνωστες εκφάνσεις δεν δύναται να αλλάξουν τίποτα άλλο πέραν αυτών που άλλαξαν την περίοδο που έλαβαν χώρα. Σήμερα μπορούν μονάχα να παραδειγματίσουν και να εμπνεύσουν. Να ζουν μέσα στα τραγούδια, τα βιβλία και τις φωτογραφίες. Να διεγείρουν διαμέσου των μηχανισμών της σκέψεως δυνάμεις, αντοχές και κουράγιο που ενυπάρχει μέσα μας,  αλλά δεν του έχουμε επιτρέψει να αναβλύσει λόγω κακής -συνειδητής και μη- χρήσεως αυτών ακριβώς  των «μηχανισμών». Κάθε φορά που μία, δύο, τρείς, εκατό  δυσχέρειες ή δυσκολίες μας οδηγούν προς την παραίτηση, τότε ας επιτρέψουμε στην σκέψη μας να αφουγκραστεί έναν, δύο, εκατό, χίλιους  Φασίστες των οποίων οι σάρκες στοιβάζονταν στα δημοκρατικά κελιά ,  τους χιλιάδες Εθνικοσοσιαλιστές που βίωσαν τον εξευτελισμό, την φρίκη και την ταπείνωση και  όλους εκείνους οι οποίοι  εξέπνευσαν αγωνιζόμενοι για την Ευρώπη των Εθνών στα 13, 14, 15 χρόνια τους. Ποια δύσβατη πλαγιά στην αστική μας ζωή δύναται να ανακόψει την πορεία μας προς την κορυφή της αυτοπραγματώσεως και της Νίκης;  Μονάχα εκείνη στην οποία εμείς θα λυγίσουμε και θα αναπαυθούμε  στην σκιά της, επιλέγοντας κατόπιν μία απ’ τις δύο κόψεις του στομωμένου ξίφους της ντροπής. Είτε την παρατήρηση των υπολοίπων που βρίσκονται χαμηλότερα, είτε την παρατήρηση εκείνων που βρίσκονται  υψηλότερα. Σε κάθε περίπτωση, σε έναν φυσικό κόσμο ο οποίος αενάως διαμορφώνεται και κυλάει, η στάση αποτελεί έναν πρόωρο θάνατο. Και αν όχι φυσικό του ατόμου, αποτελεί σίγουρα φυσικό και μεταφυσικό της Ιδέας.
Αποδίδοντας  λοιπόν την λαμπρότητα του παρελθόντος σε αυτούς που πραγματικά  ανήκει, αφήνοντας όσους θέλουν να αναπαυθούν στην ηρεμία τους, προχωρούμε πάντοτε Εμπρός. Και εκεί που κάποιοι θα βροντοφωνάζουν πως δεν θα περάσουμε , εμείς θα περνάμε , εκεί που κάποιοι θα μας θεωρούν νεκρούς εμείς θα βγαίνουμε ζωντανοί απ ‘ τα χαλάσματα και τα ερείπια, εκεί που η απογοήτευση και η κούραση θα πλημμυρίζει κάποιες καρδιές, εμείς θα διατηρούμε ζωντανό το αιώνιο χαμόγελο. Και ας απορούν οι πολιτικώς ορθοί αν επρόκειτο για   ισορροπία ή  παραφροσύνη, για  χάος ή μεθοδικότητα, για πίστη ή μηδενισμό…

Παρασκευή 14 Δεκεμβρίου 2012

Επιστολή του Παύλου Μελά προς νεαρό Εύελπι



Η ζωή είναι πόλεμος. Η γη σου είναι φρούριο και χρέος σου η νίκη. Μη μιλάς, να σκέπτεσαι, ν ΄ αγαπάς, να μην πονάς. Ένας είναι ο σκοπός σου, ο πόλεμος. Πολέμα για τα ιδανικά σου, για τα Ελληνικά ιδανικά του ανθρωπισμού. Πολέμα για την Μεγάλη Ιδέα. Άνδρες που περπατούν στη ζωή ευθυτενείς και με γαλήνη, μαθημένοι να πονούν χωρίς να υποφέρουν, να νικούν χωρίς να θριαμβολογούν, να νικώνται χωρίς να μοιρολογούν. Αυτοί είναι οι πραγματικοί άνδρες, θεμέλια γενεών. Αυτοί οι Ευέλπιδες , οι αυριανοί ηγήτορες του Έθνους.
Νεαρέ Εύελπι μάθε και εξασκήσου να είσαι απλός, ολιγόλογος, συγκρατημένος, σεμνός. Λίγα λόγια πολλά έργα. Ανθρωπιά μεγάλη, πειθαρχία, πείσμα, αντοχή. Όποιος σε κοιτά, τα μάτια του σε γεμίζουν παλλικάρι. Περισσότερο να προσβάλλεσαι όταν σε κυριεύει ο πόνος. Μη θυμώνεις, χειρότερα είναι να χτυπήσεις έστω και εάν μόλις κρατιέσαι με έναν κόμπο στο λαιμό. Να φύγεις είναι δειλία. Μόνος σου αποφάσισες να γίνεις Αξιωματικός.
Απελπισία, ύστερα γελάς και από την μια μεριά στην άλλη γίνεσαι άνδρας, δηλαδή μαθαίνεις να κρατάς μέσα σου τον πόνο και την απορία, έτσι χωρίς να φαίνεται, αλλά να επιμένεις πάντα στον σκοπό σου, στα όνειρά σου.

Παύλος Μελάς ( Μίκης Ζέζας)
Ανθυπολοχαγός Πυροβολικού
Τάξις 1891

Τετάρτη 14 Νοεμβρίου 2012

Βολή στο άγνωστο

Και τότε ένιωσα την αλήθεια να καίει μέσα μου σαν άγρια φωτιά, ότι υπήρχε κάποιος ρόλος για τον καθένα αλλά δεν υπήρχε κανένας ρόλος που μπορούσε ο ίδιος να διαλέξει, να διατυπώσει και να ρυθμίσει σύμφωνα με τις προτιμήσεις του. Δεν είχε το δικαίωμα να θέλει νέους θεούς, κανένα δικαίωμα να θέλει να δώσει στον κόσμο κάτι τέτοιο! Δεν υπήρχε παρά μόνο ένα καθήκον για έναν ενήλικο· ήταν να ψάξει να βρει τον εαυτό του, να γίνει αποφασιστικός, να προχωρήσει ψηλαφητά μπροστά ό,τι κι αν είναι αυτό που τον οδηγεί. Η ανακάλυψη με τάραξε βαθιά· ήταν το αποτέλεσμα αυτής της εμπειρίας. Είχα συχνά παίξει με εικόνες του μέλλοντος, είχα ονειρευτεί ρόλους που πιθανόν να μου οριζόντουσαν - όπως ποιητής, ίσως, ή προφήτης, ή ζωγράφος, ή παρόμοια αποστολή. Όλα αυτά ήταν μάταια. Δεν είχα έρθει στον κόσμο για να γράψω ποίηση, να νουθετώ ή να ζωγραφίζω· ούτε εγώ ούτε και κανένας άλλος είχε γεννηθεί γι' αυτόν τον σκοπό. Ήταν δευτερεύουσας σημασίας πράγματα. Υπήρχε μόνο μία αληθινή αποστολή για κάθε έναν - να ανακαλύψει τον εαυτό του. Ίσως να το πετύχαινε σαν ποιητής, φρενοβλαβής, προφήτης ή εγκληματίας - δεν ήταν εκεί το θέμα· σε τελευταία ανάλυση δεν έπαιζε κανένα ρόλο. Ο στόχος του ήταν να ανακαλύψει το πεπρωμένο του, όχι κάτι της δικής του επιλογής, και να ζήσει ολοκληρωτικά και αποφασιστικά μέσα στον ίδιο του τον εαυτό. Οτιδήποτε άλλο ήταν απλώς μισή ζωή, μια προσπάθεια υπεκφυγής, μια δραπέτευση στα ιδανικά της μάζας, αυταρέσκεια και φόβος της ίδιας της ψυχής του. Η νέα εικόνα εμφανίστηκε μπροστά μου, καθαγιασμένη και τρομακτική, που είχα αντικρύσει φευγαλέα εκατοντάδες φορές, πιθανόν συχνά είχα εκφράσει και τώρα βίωνα για πρώτη φορά. Ήμουν ένα πείραμα της φύσης, μία "βολή" στο άγνωστο, ίσως για κάποιο νέο σκοπό, ίσως για το τίποτα, και η μόνη μου αποστολή ήταν να αφήσω αυτήν την "βολή" να ανακαλύψει αυτή η ίδια το πιο απόκρυφο μέρος της ύπαρξής μου, να μεταδώσει την θέλησή της μέσα μου και να γίνει καταδική μου. Αυτή ή τίποτα!
Είχα ήδη νιώσει πολλή μοναξιά. Τώρα ένιωθα μια βαθύτερη μοναξιά, μια μοναξιά που ήταν αναπόφευκτη. 

Herman Hesse
Ντεμιάν


Κυριακή 28 Οκτωβρίου 2012

Τετράδια Εθνοκοινοτικού Προβληματισμού ΑΡΜΟΣ – Φύλλο 6



                                     
…Ο αγών,επομένως, ο δικός μας-αγών ενάντια στο ψεύδος και την φαυλότητα- δεν συνδέεται με κάποιον πολιτικό ή άλλου τύπου μεσιανισμού. Αποτελεί έναν αγώνα προς Ανόρθωσιν, Ανέγερσιν – αγώνα επανασυστάσεως της συνειδητής και αληθώς ριζωμένης και εχούσης μακραίωνες προοπτικές εθνοφυλετικής Κοινότητος, ως γνησίας εκφράσεως του Έθνους και της Φυλής μας στην Μάχη του παρόντος· είναι άρα ένας ανά πάσα στιγμή επίκαιρος και διεξαγόμενος αγών,στον δρόμο μιας καθημερινής μάχης η οποία διεξάγεται σε πολλά επίπεδα, πρωτίστως όμως σε επίπεδο Εσωτερικό. Οι καθημερινές αντιξοότητες μας οπλίζουν με θέληση και μας δείχνουν τον μόνο αληθινό δρόμο: τον δρόμο της μη λήθης (α-λήθειας), τον δρόμο της εσωτερικής αφυπνίσεως, της απαλλαγής από ψευδαισθήσεις και αυταπάτες, της θραύσεως των δεσμών της υποταγής, της συνειδητοποιήσεως και της ανελίξεως: ανελίξεως ατομικής, συλλογικής – και τελικώς εθνικής.

Διανέμεται και αποστέλλεται άνευ οικονομικού αντιτίμου από συντρόφους και φίλους της Kοινότητός μας.

                                                Επικοινωνία : armoshellas@gmail.com

Παρασκευή 26 Οκτωβρίου 2012

26 Οκτωβρίου 1912

Το βράδυ της 26ης Οκτωβρίου 1912 οι αξιωματικοί του Ελληνικού Στρατού Ι. Μεταξάς και Β. Δουσμάνης υπογράφουν μαζί με τον Χασάν Ταχσίν Πασά, διοικητή του VIII Σώματος Στρατού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, την παράδοση της πόλεως της Θεσσαλονίκης. Είχε προηγηθεί η νικηφόρος μάχη των Γιαννιτσών στις 19-20 Οκτωβρίου και η απόρριψη των όρων παραδόσεως του Ταχσίν Πασά. Αρχικά ο διοικητής της Οθωμανικής δυνάμεως πρότεινε μέσω αντιπροσώπων του, που στάλθηκαν στις 25 Οκτωβρίου, την παράδοση αφού πρώτα επιτρεπόταν στο στράτευμά του να αποσυρθεί στο Καραμπουρνού, όπου θα παρέμενε μέχρι το τέλος του πολέμου διατηρώντας τον οπλισμό του. Η πρόταση αυτή απερρίφθη από τον Αρχιστράτηγο και Διάδοχο Κωνσταντίνο, ο οποίος απαίτησε τον αφοπλισμό και την παράδοση της οθωμανικής δυνάμεως, εκτός από τους αξιωματικούς οι οποίοι θα παραδίδονταν,αλλά θα διατηρούσαν τα ξίφη τους. Εν συνεχεία, πρότεινε, το αιχμάλωτο στράτευμα θα μεταφερόταν με ελληνικά πλοία σε κάποιο λιμένα της Μικράς Ασίας. Οι απεσταλμένοι του Ταχσίν Πασά δήλωσαν πως οι όροι γίνονταν αποδεκτοί, ζητούσαν όμως την διατήρηση 5000 όπλων για την εκγύμναση των νεοσυλλέκτων. Το αίτημα απερρίφθη και ο Ταχσίν  πληροφορούμενος την παράλληλη άφιξη Βουλγαρικών στρατευμάτων, μετά από σύσκεψη και με τους αντιπροσώπους των Μεγάλων Δυνάμεων στην Θεσσαλονίκη, αποφασίζει να παραδώσει την πόλη στον Ελληνικό Στρατό. Το πρωί της επόμενης ημέρας απόσπασμα ευζώνων και τμήμα ιππικού εισέρχεται στην πόλη μετά την υπογραφή και του συμπληρωματικού πρωτοκόλλου, ενώ μεραρχίες εγκαθίστανται περιφερειακά της πόλεως.


Μαζί με τους Μεταξά και Δουσμάνη στις συνομιλίες για την παράδοση συμμετείχε και η ηγετική μορφή του Ελληνικού Εθνικισμού, ο ακαταπόνητος οργανωτής της αμύνης του Μακεδονικού Ελληνισμού Ίωνας Δραγούμης. Για τα γεγονότα εκείνων των ημερών και τα συναισθήματά του σημειώνει ο ίδιος στο ημερολόγιό του: «… Με κάλεσε ο Διάδοχος και μου είπε να πάω στην Θεσσαλονίκη με τους αξιωματικούς του επιτελείου (Β. Δουσμάνη, Ι. Μεταξά κ.ά.), για να συζητήσουμε και να κλείσουμε συμφωνίες με τον Ταχσίν πασά για την παράδοση της Θεσσαλονίκης. Βιαζόμουν να φύγουμε. Τέλος φύγαμε. Περάσαμε την γέφυρα του Γαλλικού και κατά τις 8 το πρωί φτάσαμε στο σταθμό της Θεσσαλονίκης. Όταν μπήκαμε στη Θεσσαλονίκη, μια συγκεκριμένη ηδονή με γέμιζε όλον, τέτοια που δεν μπορώ να την περιγράψω… Εμείς οι λίγοι, που δουλέψαμε χρόνια στην Μακεδονία, για να κάνουμε το Έθνος να πολεμήσει για δαύτην και να την πάρει, να που είδαμε με τα ίδια μας τα μάτια τα αποτελέσματα της εργασίας μας, την εκπλήρωση των πόθων μας, το στεφάνωμα των κόπων μας. Στην αίσθηση, που είχα μπαίνοντας στη Θεσσαλονίκη, πρέπει να λογαριάσεις και τούτο το στοιχείο για να την καταλάβεις: Έμπαινα στην ψυχή των ραγιάδων κι ένιωθα την χαρά τους, που μας έβλεπαν εμάς, τον Ελληνικό Στρατό, να μπαίνει νικηφόρος στην πατρίδα τους και να εκπληρώνεται ένας προαιώνιος πόθος. Στη Μητρόπολη εγώ ανέβασα την Ελληνική Σημαία…»

Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2012

Ενάντια στους Νεο-Παγανιστές

Ενάντια στους Νεοπαγανιστές 
Οι παρανοήσεις του Νέο-παγανισμού

Απόσπασπα από το Grundisse der Faschistischen Rassenlehre (1942) του Julius Evola.


Fidus

Είναι μάλλον απαραίτητο να καταδειχθούν οι παρανοήσεις που κυριαρχούν σήμερα σε κάποιους ριζοσπαστικούς εσωτερικούς κύκλους, οι οποίοι θεωρούν πως η λύση βρίσκεται προς την κατεύθυνση ενός νέου παγανισμού. Μια αρχική και θεμελιώδης παρανόηση είναι ήδη εμφανής κατά την χρήση των όρων «παγανιστής/-ικός, παγανισμός». Κι εγώ ο ίδιος έχω μετανιώσει που χρησιμοποίησα τους παραπάνω όρους ως συνθήματα σε ένα βιβλίο, εκδοθέν στην Ιταλία το 1928 και στην Γερμανία το 1934.
Ο όρος paganus, που δηλώνει τον παγανιστή ή τον εθνικό, εμφανίζεται πράγματι σε μερικά αρχαία Λατινικά συγγράμματα, όπως του Livy, χωρίς κάποιον ιδιαίτερα αρνητικό τόνο. Τούτο, ωστόσο, δεν αλλάζει το γεγονός ότι με την έλευση της νέας πίστης η λέξη παγανιστικός (paganus) μετουσιώθηκε οριστικώς σε μια προσβλητική έννοια καθ’ ον τρόπο χρησιμοποιήθηκε από τους Χριστιανούς απολογητές. Προέρχεται από την λέξη pagus που σημαίνει κωμόπολη ή χωριό, και συνακόλουθα η λέξη paganus – παγανιστικός - αναφέρεται στην νοοτροπία των χωρικών, ήτοι στην νοοτροπία απλοϊκών, πρωτόγονων και δεισιδαιμόνων. Προκειμένου να προωθήσουν και να αποθεώσουν την νέα θρησκεία, οι απολογητές είχαν την κακή συνήθεια να εξυψώνουν τον εαυτό τους δυσφημώντας κάθε άλλη πίστη. Συχνό ήταν το φαινόμενο της συνειδητής και συστηματικής δυσφήμισης και αλλοίωσης όλων σχεδόν των προγενέστερων παραδόσεων, δογμάτων και θρησκειών, που ομαδοποιήθηκαν υπό τον υποτιμητικό τίτλο «παγανισμός» ή ειδωλολατρία. Προς τον σκοπό αυτό, οι απολογητές προσπάθησαν εσκεμμένα να τονίσουν τα στοιχεία εκείνα των προ-χριστιανικών παραδόσεων και θρησκειών που ελλείπονταν φυσικού ή αρχέγονου χαρακτήρος, μολονότι αυτά αποτελούσαν στοιχεία από καιρό παρηκμασμένα και παραγκωνισμένα. Τούτη η πολεμική οδήγησε συγκεκριμένα στον χαρακτηρισμό ο,τιδήποτε είχε προηγηθεί του χριστιανισμού, και συνεπώς μη-χριστιανικό, ως απαραιτήτως αντί-χριστιανικό.

Ο καθείς δύναται να καταλήξει λοιπόν στο συμπέρασμα ότι ο παγανισμός είναι εξ αρχής μία κατά βάσην πλαστή και μονόπλευρη σύλληψη που μετά βίας ανταποκρίνεται στην ιστορική πραγματικότητα της φύσεως του προχριστιανικού κόσμου και των κατά κανόνα υγιών διακηρύξεών του, πέραν κάποιων λιγοστών παρηκμασμένων στοιχείων και πτυχών, προερχομένων από εκφυλισμένα κατάλοιπα ακόμη παλαιότερων πολιτισμών. Έχοντας αποσαφηνίσει τα παραπάνω, ερχόμαστε σήμερα αντιμέτωποι με ένα παράδοξο συμπέρασμα : αυτός ο φανταστικός παγανισμός που δεν υπήρξε ποτέ αλλά κατασκευάστηκε από τους χριστιανούς απολογητές, σήμερα χρησιμεύει ως το σημείο εκκινήσεως κάποιων επονομαζόμενων παγανιστικών κύκλων – γι’ αυτό, και για πρώτη φορά στην ιστορία απειλεί να πάρει σάρκα και οστά.

Ποια είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της συγχρόνου παγανιστικής κοσμοθεάσεως, σύμφωνα με τις πεποιθήσεις και τις διακηρύξεις των απολογητών του; Η στείρα προσκόλληση στην Φύση συνιστά το πρωταρχικό του γνώρισμα. Η παγανιστική βιοθεωρία αγνοεί τον υπερβατικό κόσμο – παραμένει προσκολλημένη σε μία μίξη Πνεύματος και Φύσεως, σε μια ασαφή ένωση Ψυχής και Σώματος. Περιορίζεται σε μια προληπτική θεοποίηση των φυσικών φαινομένων ή φυλετικών ενεργειών στα οποία προσδίδει θέσεις ελασσόνων θεϊκών οντοτήτων. Εξ αυτού προκύπτει πρώτα από όλα ένας παρτικουλαρισμός (1) αίματος και γης. Έπειτα ακολουθεί η άρνηση των αξιών της προσωπικότητος και της ελευθερίας και (έπεται) μια κατάσταση αθωότητος που είναι απλώς αυτή ενός ανθρώπου της φύσεως, ο οποίος δεν έχει ακόμα αφυπνιστεί από κάποιο αληθινό μεταφυσικό κάλεσμα. Και πέραν αυτής της αθωότητος υπάρχει μόνο έλλειψη απαγορεύσεων, «αμαρτία» και απόλαυση της αμαρτίας. Με άλλα λόγια, δεν υπάρχει τίποτα παρά δεισιδαιμονία ή μια καθαρή βέβηλη κουλτούρα υλισμού και μοιρολατρίας. Συνεπώς, εμφανίζεται η άφιξη του χριστιανισμού (αγνοώντας συγκεκριμένες πρόδρομες θρησκείες απορριφθείσες ως άνευ σημασίας) ως η δύναμις που επέτρεψε στην μεταφυσική ελευθερία να εκφραστεί, προωθώντας την θεία χάρη και την αξία της προσωπικότητος σε αντίθεση με τις μοιρολατρικές και τις παγιδευμένες αποκλειστικά στον φυσικό υλισμό αντιλήψεις του παγανισμού, φέρνοντας μαζί του (ο χριστιανισμός) ένα καθολικό ιδεώδες (με την καθολική έννοια της λέξεως ως παγκόσμιο) και έναν υγιή δυϊσμό, που κατέστησαν δυνατή την υποταγή της Φύσεως σε έναν ανώτερο νόμο, και τον θρίαμβο του «Πνεύματος» έναντι στον νόμο της σαρκός, του αίματος και των ψεύτικων θεών.

Αυτά αποτελούν τα κύρια γνωρίσματα της επικρατούσης αντιλήψεως περί παγανισμού, δηλαδή ο,τιδήποτε δεν συμπεριλαμβάνεται στην χριστιανική κοσμοθεωρία. Οποιοσδήποτε, όμως, έχει άμεση επαφή με την ιστορία των πολιτισμών και των θρησκειών, ακόμα και στοιχειώδης, δύναται να διακρίνει πόσο εσφαλμένη και μονομερής είναι ετούτη η στάση. Εξ άλλου, στους πρώτους πατέρες της εκκλησίας υπάρχουν σημάδια ανώτερης κατανοήσεως των συμβόλων, των διδασκαλιών και των προγενέστερων του χριστιανισμού θρησκειών. Ακολουθεί ένα μικρό δείγμα του αληθινού τους νοήματος.

Αυτό που κυρίως χαρακτήριζε τον προχριστιανικό κόσμο, σε όλες του τις εκφάνσεις, δεν ήταν η δεισιδαιμονική θεοποίηση της Φύσεως, αλλά μία συμβολική προσέγγιση και κατανόησή της, δυνάμει των οποίων (όπως έχω συχνά τονίσει) κάθε φαινόμενο και κάθε γεγονός θεωρούνταν ως μία αισθητή (αντιλαμβανόμενη διαμέσου των αισθήσεων) αποκάλυψις του υπεραισθητού κόσμου. Η παγανιστική κατανόηση του κόσμου και του ανθρώπου ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με έναν ιερό συμβολισμό. Επί πλέον, η αληθής παγανιστική βιοθεωρία δεν είχε καμία σχέση με μιαν ανούσια αθωότητα ούτε με την παράδοση στα σαρκικά πάθη, ακόμα κι αν ορισμένες μορφές της ήταν εμφανώς παρακμιακές. Είχε ήδη επιτευχθεί η επίγνωση του υγιούς δυϊσμού ο οποίος αντικατοπτρίζεται στην καθολικές θρησκευτικές ή μεταφυσικές της συλλήψεις. Εδώ θα ήταν καλό να αναφέρουμε τον δυισμό της πολεμικής θρησκείας των αρχαίων Αρείων του Ιράν, γνωστός πλέον σε όλους• την ελληνιστική αντίθεση μεταξύ των «Δύο Φύσεων», του Κόσμου και του Κάτω Κόσμου, ή την νορδική αντίθεση μεταξύ της φυλής των Ases και των στοιχειακών όντων• και τέλος, την Ινδοάρια αντίθεση μεταξύ της samsara, του χειμάρρου των μορφών και της mokthi, της «απελευθερώσεως» και της «τελειότητος».

Βάσει των παραπάνω, όλοι οι μεγάλοι προχριστιανικοί πολιτισμοί αγωνίστηκαν για την υπέρ-φυσική ελευθερία, ήτοι για την μεταφυσική τελειοποίηση της προσωπικότητος, και γνώριζαν τα Μυστήρια και τις μυήσεις. Έχω ήδη επισημάνει ότι τα Μυστήρια συχνά σηματοδοτούσαν την ανακατάληψη της αρχεγόνου καταστάσεως, της πνευματικότητος των ηλιακών Υπερβόρειων φυλών, χάρι στην παράδοση και την γνώση οι οποίες διαφυλάχθηκαν διαμέσου του μυστικισμού και του εσωτερισμού από τις μολύνσεις ενός ήδη παρακμάζοντος περιβάλλοντος. Έχουμε επίσης επισημάνει ότι στις Ανατολικές χώρες, η Αριανική ποιότητα είχε ήδη συνδεθεί με μια «δεύτερη γέννηση» η οποία επιτυγχανόταν μέσω της μυήσεως. Όσον αφορά στην φυσική αθωότητα η οποία συνδέθηκε με την παγανιστική λατρεία της σαρκός, αποτελεί παραμύθι και δεν υπήρξε ούτε καν σε απολίτιστους λαούς, καθώς αν και οι φυλές «της φύσεως» ελλείπονταν διακριτικής ικανότητος, είχαν εντούτοις καθιερώσει αναρίθμητα ταμπού, ποικίλες απαγορεύσεις και περιορισμούς με τρόπο συχνά αυστηρότερο από την ηθική των αποκαλούμενων «θετικών θρησκειών». Και σχετικά μ’ αυτό που με μια επιφανειακή θεώρηση μοιάζει να ενσαρκώνει το αρχέτυπο μιας τέτοιου είδους «αθωότητος», ήτοι το κλασικό ιδεώδες, δεν είχε ουδεμία σχέση με την λατρεία της σαρκός• δεν ανήκε σε αυτήν την πλευρά του δυαδικότητος σώματος-πνεύματος, αλλά στην άλλη (την δεύτερη). Όπως ήδη ειπώθηκε, το κλασσικό ιδεώδες συνίσταται στο Πνεύμα το οποίο είναι τόσο ισχυρό που υπό συγκεκριμένες ευνοϊκές πνευματικές συνθήκες συνθέτει το Σώμα και την Ψυχή καθ’ εικόνα του και ως εκ τούτου επιτυγχάνει την τέλεια αρμονία μεταξύ του εξωτερικού και του εσωτερικού.


 Ludwig Fahrenkrog

Τέλος, υπάρχει διάχυτη στον «παγανιστικό» κόσμο μια φιλοδοξία μακριά από τον παρτικουλαρισμό, η οποία οφείλεται στα αυτοκρατορικά καλέσματα που σημάδεψαν την ανελικτική φάση των νορδικών φυλών. Αυτά τα καλέσματα συχνά ενισχυόταν και βελτιωνόταν μεταφυσικώς και παρουσιαζόταν ως η φυσική συνέχεια της εξαπλώσεως της αρχαίας ιερής έννοιας/συλλήψεως του κράτους• επίσης, ως η μορφή με την οποία η νικηφόρος παρουσία του «ανώτερου κόσμου» και της πατρικής Ολύμπιας Αρχής προσπάθησε να εκδηλωθεί στον κόσμο του γίγνεσθαι. Σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να θυμηθούμε την παλαιά ιρανική έννοια της Αυτοκρατορίας και του «Βασιλιά των Βασιλέων» καθώς και το σχετικό δόγμα hvarenu (την «θεία δόξα» με την οποία ήταν προικισμένοι οι Άριοι κυβερνήτες) και την Ινδοάρια παράδοση του «Παγκόσμιου Βασιλέα» ή cakravarti, κτλ. μέχρι και την επανεμφάνιση αυτών των συμβόλων στην Ολύμπια σύλληψη της αρχαίας ρωμαϊκής Πολιτείας και Αυτοκρατορίας. Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία είχε επίσης ιερά στοιχεία, τα οποία συστηματικά παρανοούνταν ή υποτιμούνταν όχι μόνο από τον χριστιανισμό αλλά και από τους συγγραφείς της «θετικής» ιστορίας. Ακόμη και η λατρεία του Αυτοκράτορος είχε την έννοια της ιεραρχικής ενότητος στην κορυφή του πανθέου, το οποίο αποτελούνταν από μια σειρά τοπικών και προγονικών λατρειών των μη ρωμαϊκών λαών, οι οποίες ήταν σεβαστές εφόσον διατηρούνταν μέσα σε συγκεκριμένα όρια. Τέλος, αναφορικά με την «παγανιστική» ένωση των δύο δυνάμεων, της πνευματικής και της κοσμικής, αυτή καθόλου δεν συνεπαγόταν μία συγχώνευσή τους. Σύμφωνα με τις «ηλιακές» φυλές εξέφραζε τα ανώτερα δικαιώματα που απονέμονται στην πνευματική εξουσία του πυρήνα κάθε ορθής πολιτείας• συνεπώς (η ένωση αυτή) δεν είχε την έννοια της χειραφετήσεως και της «κυριαρχίας» μιας κοσμικής πολιτείας. Εάν θέλαμε να προβούμε σε παρόμοιες διορθώσεις (εννοιών) υπό το πρίσμα μιας αληθούς αντικειμενικότητας, οι περιπτώσεις θα ήσαν αναρίθμητες.


ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΠΑΡΑΝΟΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ «ΠΑΓΑΝΙΣΤΙΚΗ»ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

Κρίνοντας από τα προλεγόμενα, υπάρχει πράγματι η δυνατότητα υπερβάσεως ορισμένων στοιχείων της χριστιανικής πίστης. Αρκεί να ξεκαθαριστεί το εξής: το λατινικό ρήμα transcendere – υπερβαίνω – σημαίνει κυριολεκτικά «αφήνω κάτι πίσω καθώς προχωρώ προς τα πάνω», όχι προς τα κάτω! Αξίζει να επαναλάβω ότι δεν αποτελεί προτεραιότητα μας η απόρριψη του χριστιανισμού• το ζητούμενο δεν είναι να δείξουμε την ίδια έλλειψη κατανοήσεως, όπως ο χριστιανισμός έδειξε και εξακολουθεί να δείχνει απέναντι στην αρχαία θρησκεία. Είναι περισσότερο ζήτημα συμπληρώσεως της χριστιανικής πίστεως με μια ανώτερη και αρχαιότερη πνευματική κληρονομιά, εξαλείφοντας αρκετά από τα στοιχεία της και δίνοντας έμφαση σε άλλα, σημαντικότερα, τα οποία δεν την (: την χριστιανική πίστη) φέρνουν απαραιτήτως σε αντιπαράθεση με τις καθολικές έννοιες της προχριστιανικής πνευματικότητος.

Δεν είναι, όμως, τέτοια η προσέγγιση των ριζοσπαστικών κύκλων που αναφέραμε στην αρχή. Πολλοί από αυτούς τους νεοπαγανιστές φαίνεται ότι έχουν πέσει σε μια εντέχνως κατασκευασμένη παγίδα, καταλήγοντας να συνηγορούν και να υπερασπίζονται ιδέες οι οποίες ανταποκρίνονται σε αυτόν τον κατασκευασμένο, προσκολλημένο στην φύση παρτικουλαρίστικο παγανισμό, ελλιπή φωτός και υπερβατικότητος, ο οποίος απετέλεσε το πολεμικό κατασκεύασμα της χριστιανικής παρανοήσεως περί του προχριστιανικού κόσμου και ο οποίος στηρίζεται κυρίως σε λίγα διάσπαρτα στοιχεία τούτου του εβρισκόμενου σε περίοδο παρακμής και μεταβατικότητος κόσμου.

Και σαν να μην φτάνουν τα παραπάνω, οι εν λόγω νέο-παγανιστές καταφεύγουν σε μια αντι-καθολική πολεμική, η οποία, οποιοδήποτε πολιτικό έρεισμα κι αν έχει, σέρνει μαζί της και προσαρμόζει αναλόγως τα παλαιά στερεότυπα ενός καθαρά μοντέρνου, ορθολογικού και διαφωτιστικού τύπου που έχει χρησιμοποιηθεί ευρέως από τον Φιλελευθερισμό, την Δημοκρατία και τον Ελευθεροτεκτονισμό. Αυτό συνέβη άλλωστε ως έναν βαθμό και με τον H.S. Chamberlain, και εμφανίζεται εκ νέου σε ένα συγκεκριμένο ιταλικό κίνημα το οποίο προσπαθεί να συνδέσει την ορθολογιστική σκέψη με το «ιδεαλιστικό» δόγμα της εμμένειας (2).

Υπάρχει μια γενική και καταφανής τάση στον νέο-παγανισμό προς την δημιουργία ενός νέου δεισιδαιμονικού μυστικισμού, βασισμένου στην αποθέωση της εμμένειας, της Ζωής και της Φύσης, ο οποίος βρίσκεται στην οξύτερη δυνατή αντίθεση με το Ολύμπιο και ηρωικό ιδανικό των εξόχων Αρίων πολιτισμών της προχριστιανικής αρχαιότητος. Τάση που παρά τις εσφαλμένες προσδοκίες τους θα οδηγήσει προς μια υλιστική, μητριαρχική και τελλουρική κατεύθυνση, εάν δεν εξαντλήσει τον εαυτό της σε ένα θολό και «κουλτουριάρικο» φιλοσοφείν. Επί παραδείγματι, θα μπορούσαμε να ρωτήσουμε τι ακριβώς εννοούν με τον όρο «Φύση», τον οποίο αγαπούν τόσο πολύ αυτές οι ομάδες; Δεν ωφελεί και πολύ να τονίσω ότι σαφώς δεν αναφέρονται στην Φύση που βίωσε και αναγνώρισε ο αρχαίος παραδοσιακός άνθρωπος, αλλά σε μια ορθολογική κατασκευή της Γαλλικής Εγκυκλοπαιδικής περιόδου. Οι Εγκυκλοπαιδιστές ήταν αυτοί με απολύτως ανατρεπτικά και επαναστατικά κίνητρα σκαρφίστηκαν τον μύθο της καλής, σοφής και άρτιας Φύσεως σε αντίθεση με την σάπια «Κοινωνία του ανθρώπου».

Συνεπώς είναι πρόδηλο ότι ο αισιόδοξος φυσικός μύθος του Ρούσω και των Εγκυκλοπαιδιστών κινείται στο ίδιο μήκος κύματος με τα «φυσικά δικαιώματα», τον οικουμενισμό, τον φιλελευθερισμό, τον ανθρωπισμό και την άρνηση κάθε θετικώς δομημένης μορφής κυριαρχίας. Επιπλέον, ο εν λόγω μύθος δεν έχει καμία βάση στην φυσική ιστορία. Κάθε ειλικρινής επιστήμων γνωρίζει πως δεν υπάρχει χώρος γι’ αυτήν την «Φύση» στο πλαίσιο των θεωριών του, που ως αντικείμενό τους έχουν τον καθορισμό απολύτως αφηρημένων αντιστοιχειών και μαθηματικών σχέσεων. Όσον αφορά στην βιολογική έρευνα και την γενετική έχουμε ήδη διακρίνει την αστάθεια που θα προέκυπτε αν κάποιος θεωρούσε ότι ορισμένοι νόμοι είναι τέλειοι (: τελικοί/οριστικοί), ενώ ανταποκρίνονται μόνο σε μια μερικότερη πτυχή της (φυσικής) πραγματικότητος. Αυτό που οι άνθρωποι αποκαλούν σήμερα «φύση» δεν έχει καμία σχέση με αυτό που σήμαινε η φύση για τον παραδοσιακό, ηλιακό άνθρωπο ή με την γνώση που εδύνατο να προσεγγίσει χάρη στην ολύμπια και βασιλική του θέση. Τίποτε από αυτά δεν υπάρχει στους υπερασπιστές τούτου του νέου μυστικισμού.

Παρανοήσεις του ιδίου τύπου εγείρονται και σχετικά με την πολιτική σκέψη. Στον πολιτικό χώρο ο παγανισμός συχνά χρησιμοποιείται ως συνώνυμο μιας εγκοσμίου αλλά παράλληλα κι αποκλειστικής ιδέας περί κυριαρχίας, που ανατρέπει τους συσχετισμούς. Έχουμε ήδη επισημάνει ότι στις αρχαίες πολιτείες, η ενότης των δύο δυνάμεων σήμαινε κάτι τελείως διαφορετικό• αποτελούσε την βάση για την πνευματοποίηση της πολιτικής, ενώ ο νέο-παγανισμός καταλήγει στην πολιτικοποίηση του πνεύματος και ως εκ τούτου πορεύεται πάλι στο εσφαλμένο μονοπάτι των Γαλλικανών και των Ιακωβίνων. Αντιθέτως η αρχαία σύλληψη της πολιτείας και της Αυτοκρατορίας πάντοτε συνδεόταν με το Ολύμπιο ιδανικό.

The light of Black Sun

Πως θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε την νοοτροπία που αντιμετωπίζει τον ιουδαϊσμό, την Ρώμη, την Καθολικής Εκκλησία, τον Ελευθεροτεκτονισμό και τον Κομμουνισμό ως ένα και το αυτό, μόνο και μόνο επειδή οι βασικές τους αρχές διαφέρουν από την απλοϊκή σκέψη του Λαού; Η σκέψη του Λαού, όπως φαίνεται, κινδυνεύει να χαθεί στο σκοτάδι, όπου καμία διακριτική δυνατότης δεν έχει σημασία πια. Φαίνεται ότι έχει χάσει το αυθεντικό αίσθημα της ιεραρχήσεως των αξιών και ότι δεν μπορεί να ξεφύγει από την νοσηρή εναλλακτική του καταστροφικού διεθνισμού κι εθνικιστικού παρτικουλαρισμού, μιας και η παραδοσιακή αντίληψη της Αυτοκρατορίας είναι ανώτερη των δύο αυτών προσεγγίσεων.

Για να περιοριστούμε σε ένα απλό παράδειγμα: το καθολικό δόγμα πράγματι αποτελεί ένα αποτελεσματικό και χρήσιμο αποτρεπτικό μέσο, καθώς αναχαιτίζει τον εγκόσμιο μυστικισμό και παρόμοιές του εκρήξεις να ξεπεράσουν ένα συγκεκριμένο όριο• αποτελεί ένα ισχυρό φράγμα και προστατεύει την περιοχή όπου η υπερβατική γνώση και τα αυθεντικώς υπέρ-φυσικά και θεία στοιχεία κυβερνούν – ή όπου τουλάχιστον θα έπρεπε να κυβερνούν (κυριαρχούν). Θα μπορούσαμε να επικρίνουμε τον τρόπο με τον οποίο προσεγγίστηκε αυτή η υπερβατική γνώση από τον χριστιανισμό, αλλά δεν θα μπορούσαμε να περάσουμε και στο «βέβηλο» άκρο υπερασπιζόμενοι μια θρησκευτική προσέγγιση που φαντασιώνεται την υποτιθέμενη Άρια φύση του δόγματος της εμμένειας, της «φυσικής θρησκείας», της λατρείας της «ζωής», κτλ. χωρίς στην ουσία να χάσουμε το επίπεδο μας. Συνοπτικώς, δια τούτης της προσεγγίσεως δεν ανάγεται κανείς στον κόσμο των αρχέγονων απαρχών, αλλά σ’ αυτόν της Αντιστρόφου Παραδόσεως ή των χθόνιων και πρωτόγονων μορφών του είναι. Αυτό στην ουσία συνιστά και τον καλύτερο τρόπο/μέσο δια του οποίου οι πιο φανατικοί νέο-παγανιστές προσηλυτίζονται εκ νέου στον Καθολικισμό!

Θα πρέπει, λοιπόν, να είμαστε προσεκτικοί και να μην παγιδευόμαστε σε τούτες τις παρανοήσεις και τα λάθη, τα οποία έχουν επινοηθεί προς ενίσχυση του εχθρού. Καθείς θα πρέπει να εξελιχθεί ώστε να φτάσει στο επίπεδο όπου η διδακτική σύγχυση, η αμπελοφιλοσοφία και η αυθαίρετη διανοητική δραστηριότητα θα αποκλείονται• στο επίπεδο όπου θα μπορεί να αντιστέκεται ενεργητικά απέναντι σε κάθε επιρροή παθιασμένων επιθυμιών, προϊόντα συγχύσεως, και σε κάθε επιθετική απόλαυση της αντιπαραθέσεως• και υπέρ άνω όλων, στο επίπεδο όπου τίποτε δεν είναι σημαντικότερο παρά η ακριβής, αυστηρή, αντικειμενική σοφία του πνεύματος της Αρχεγόνου παραδόσεως.


Μετάφρασις - Απόδοσις : Τίσις

-------------------
Σημειώσεις
1. Η προσκόλληση στο μερικό/ειδικό και όχι στο συνολικό· το αντίθετο της καθολικότητος. Σε πολιτικό επίπεδο σημαίνει π.χ. την τυφλή υποστήριξη της κομματικής γραμμής και συμφερόντων εις βάρος των συλλογικών.
2. Φιλοσοφικός όρος· το αντίθετο της υπερβατικότητος. Πιο συγκεκριμένα οι φιλόσοφοι που ομιλούν περί εμμένειας θεωρούν πως το θεϊκό στοιχείο ενυπάρχει στον κόσμο και δεν βρίσκεται εκτός αυτού.

Κυριακή 23 Σεπτεμβρίου 2012

Η Δημοκρατία, η Ιεραρχία και οι Άριστοι




 
Τα παρακάτω αποσπάσματα προέρχονται από το 6ο κεφάλαιο του βιβλίου του Ρενέ Γκενόν «Η Κρίση του Σύγχρονου Κόσμου» (La Crise du Monde Moderne, 1927), το οποίο φέρει τον τίτλο «Το Κοινωνικό Χάος».

[...] Πράγματι, αν αυτή η αναπροσαρμογή ήταν να διεξαχθεί τοιουτοτρόπως, ας υποθέσουμε αντιστρόφως, ξεκινώντας από τις συνέπειες αντί από τις αρχές, θα ήταν προορισμένη να υπολείπεται κάθε πραγματικού θεμελίου και θα ήταν καθ’ ολοκληρίαν απατηλή. Τίποτε σταθερό δεν θα μπορούσε να προέλθει ποτέ εξ αυτής και όλη η δουλειά θα έπρεπε να ξεκινά συνεχώς εκ νέου, διότι θα είχε παραβλεφθεί η αναγκαιότητα πρώτα από όλα της επιτεύξεως συμφωνίας επί των ουσιωδών αληθειών. Είναι εξαιτίας αυτού του λόγου, που το βρίσκουμε αδύνατο να εξετάσουμε τις πολιτικές πιθανότητες, ακόμη και υπό την ευρύτερη έννοια του όρου, ως κάτι περισσότερο από απλά σημάδια της νοοτροπίας μίας περιόδου. […] Όπως έχουμε ήδη υποδείξει, υπό την παρούσα κατάσταση στην Δύση κανείς δεν καταλαμβάνει πλέον, την θέση που θα έπρεπε να καταλαμβάνει κανονικώς λόγω της ίδιας του της φύσεως […] κάθε πρόσωπο βρίσκεται υποχρεωμένο να κάνει οποιοδήποτε είδος εργασίας μπορεί να βρει, πολύ συχνά αυτό για το οποίο είναι το λιγότερο προικισμένο. […] αυτός που εξασκεί την λιγότερη επιρροή, είναι ο μόνος παράγοντας που θα έπρεπε να μετρά περισσότερο επί του ζητήματος, εννοούμε τις διαφορές φύσεως που υπάρχουν ανάμεσα σε έναν άνθρωπο και έναν άλλο. Είναι η άρνηση αυτών των διαφορών, που φέρνει μαζί της την άρνηση κάθε κοινωνικής ιεραρχίας, που αποτελεί την αιτία της όλης αταξίας. […] Το πιο αποφασιστικό επιχείρημα εναντίον της δημοκρατίας, μπορεί να συνοψισθεί σε μερικές λέξεις: το υψηλότερο δεν μπορεί να πηγάσει από το χαμηλότερο, διότι το σπουδαιότερο δεν μπορεί να προέλθει από το λίγο […] Αν η λέξη «δημοκρατία» προσδιορίζεται ως η  διακυβέρνηση των ανθρώπων από τους ίδιους τους εαυτούς τους, τότε εκφράζει μία απόλυτη απιθανότητα […] είναι αντιφατικό το να λες πως τα ίδια πρόσωπα μπορούν να είναι ταυτοχρόνως άρχοντες και αρχόμενοι, διότι, για να χρησιμοποιήσουμε την Αριστοτέλεια φρασεολογία, το ίδιο πράγμα δεν μπορεί να είναι «εν δράσει» και «εν δυνάμει» στον ίδιο χρόνο και στον ίδιο κύκλο σχέσεων […] δεν θα μπορούσαν να υπάρχουν αρχόμενοι αν δεν υπήρχαν επίσης άρχοντες […] Μένει τέλος να αντιμετωπισθεί ακόμη μία άμεση συνέπεια της δημοκρατικής ιδέας, η άρνηση της ιδέας των εκλεκτών. Δεν είναι άνευ λόγου το ότι η «δημοκρατία» αντιτίθεται στην «αριστοκρατία», διότι αυτή η λέξη, εκλαμβανόμενη υπό την ετυμολογική της έννοια τουλάχιστον, σημαίνει ακριβώς την ισχύ των εκλεκτών. Οι εκλεκτοί, εξ ορισμού της ίδιας της λέξεως, μπορούν να είναι μόνον οι λίγοι και η ισχύς τους, ή μάλλον η αυθεντία τους, οφειλόμενη στην νοητική* ανωτερότητά τους, δεν έχει τίποτε το κοινό με την αριθμητική δύναμη επί της οποίας βασίζεται η δημοκρατία […] Επομένως η καθοδηγητική λειτουργία που ασκούν οι εκλεκτοί – εφόσον πρέπει να ασκούν αυτήν την λειτουργία από την στιγμή που υπάρχουν - και ακόμη και η ίδια η ύπαρξη αυτών των εκλεκτών, είναι εν τέλει ασύμβατη με την δημοκρατία, η οποία είναι στενά συνδεδεμένη με την εξισωτική αντίληψη και επομένως με την άρνηση κάθε ιεραρχίας [...]

* Το επίθετο «νοητική»  σχετίζεται με τον νου, υπό τη έννοια του μέρους της ανθρώπινης υπάρξεως το οποίο αντιλαμβάνεται διαισθητικώς αυτό που είναι αληθές. (Σημείωση Ιστολογίου)

Μετάφραση – Απόδοση: Τήμενος      

Κυριακή 16 Σεπτεμβρίου 2012

Ludwig Fahrenkrog

Γερμανός ζωγράφος, θεατρικός συγγραφέας και καλλιτέχνης. Γεννήθηκε στο Rendsburg της Πρωσσίας το 1867. Ξεκίνησε την καρίερα του εικονογραφώντας εφημερίδες και καταλόγους κι εργαζόταν παράλληλα ως διακοσμητής ζωγράφος. Φοίτησε στην Βασιλική Ακαδημία Τέχνης του Βερολίνου, και κέρδισε 5 βραβεία συμπεριλαμβανομένου του κρατικού βραβείου τέχνης. Παντρεύτηκε την σύζυγό του Charlotte με την οποία απέκτησε τέσσερις κόρες και έναν γιο και μετακόμισε στην Βρέμη το 1898 καθώς διορίστηκε δάσκαλος στην Σχολή Τέχνης και Χειροτεχνίας όπου και εργάστηκε μέχρι το 1931. Το 1913 έγινε καθηγητής και το 1925 αναγορεύτηκε σε επίτιμο καθηγητή του Πανεπιστημίου της Ντακότα.
Ανήκει στην κλασσική σχολή της τέχνης με βαθειές επιρροές από την Art Nouveau και τον Συμβολισμό· πίστευε πως η τέχνη πρέπει να υπηρετεί κάποιον σκοπό και ο δικός του ήταν η αναγέννηση της Γερμανικής θρησκείας και η απόρριψη του χριστιανισμού. Αποτέλεσε έναν από τους ιδρυτές του γερμανικού κινήματος της Παλαιάς Θρησκείας καθώς το όραμά του ήταν η δημιουργία μιας Γερμανικής θρησκευτικής Κοινότητος. Υπήρξε ενεργό μέλος πολλών θρησκευτικών ομάδων που προωθούσαν την παγανιστική θρησκεία, την παράδοση και τα άρια μυθολογικά αρχέτυπα. Επίσης, αρθρογραφούσε σε πολλά περιοδικά των εκάστοτε θρησκευτικών οργανώσεων στις οποίες ανήκε και επιμελούνταν την εικονογράφησή τους.  
Τα θέματα των έργων του, τόσο των ζωγραφικών όσο και των θεατρικών, τα αντλεί από την Φύση, την νορδική μυθολογική παράδοση, την Edda και τους αρχαίους γερμανικούς θρύλους. 















Τρίτη 4 Σεπτεμβρίου 2012

Γέννηση και Θάνατος


"H γέννηση και ο θάνατος δεν μπορούν να θεωρηθούν διαφορετικά παρά ότι ανήκουν εξίσου στην ζωή και το καθένα χρησιμεύει σαν αντίρροπο
του άλλου αφού οι συνθήκες υπάρξεως του ενός απαιτούν οπωσδήποτε και την ύπαρξη του άλλου.
Η γέννηση και ο θάνατος δεν είναι παρά οι δύο άκρες, οι δύο πόλοι της κάθε ζωϊκής εκδήλωσης.

Η ινδική, μία από τις σοφότερες μυθολογίες, το διατυπώνει αυτό με ένα σύμβολο, καθώς στον Σίβα, το θεό του ολέθρου μαζί με περιδέραιο από νεκροκεφαλές του δίνει σαν ιδιαίτερο χαρακτηριστικό το λίγγαμε(lingam), όργανο συμβολικό της γονιμότητος, μιας και ο έρωτας είναι το αντίβαρο του θανάτου.

Είναι το μόνο που έχει ουσιαστική σχέση με τον θάνατο, αφού και τα δύο μαζί αλληλοεξουδετερώνονται και αλληλοσβύνονται.

Ακριβώς με τον ίδιο τρόπο σκέπτονταν και οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι, γιατί στολίζανε τις πολύτιμες σαρκοφάγους, με ανάγλυφα, τα οποία μας δείχνουν γιορτές, χορούς, γαμήλιες πομπές, κυνήγια, αγώνες, διονυσιακά πανηγύρια, δηλαδή εικόνες από την εύθυμη πλευρά της ζωής, την πιο χαρούμενη, την πιο έντονη, που άρχιζε από γιορτές και κατέληγε μέχρις και σε ερωτικά συμπλέγματα σατύρων.

Στόχος τους ήτανε, δίχως αμφιβολία να καταπνίξουνε το πνεύμα του θανάτου όσο μπορούσαν πιο φανερά και να προκαλέσουν την αντίθεση του πεθαμένου ανθρώπου που τον μοιρολογούσαν με την αθάνατη ζωή που έχει η Μάνα Φύση.

Παρατηρήστε, τον χειμώνα, το ζωϊκό βασίλειο, π.χ. στον κόσμο των εντόμων, θα δούμε κάθε ένα να συγυρίζει την φωλιά του, για να κοιμηθεί τον βαρύ και χειμωνιάτικο ύπνο του, με τι αξιοζήλευτη τέχνη ετοιμάζει το καβούκι του για να περάσει τον χειμώνα σαν κουκούλι και μία μέρα την άνοιξη να αναγεννηθεί, με όλη την νιότη, την τελειότητα και στο τέλος όταν έρθει η ώρα του θανάτου, όταν ζητούν να βρουν την ανάπαυση τους,αφήνουν κάπου προσεκτικά τα αυγά τους, σε κάποιο κατάλληλο μέρος για να αναπτυχθούν και να αναγεννηθούν μία μέρα ξανανιωμένα μέσα σε ένα καινούριο ον.

Όλη αυτή η ιστορία δεν μοιάζει να είναι σαν μία μεγάλη διδασκαλία και υπόδειξη από τη φύση, για την αθανασία? Θέλει να μας δείξει με κάθε τρόπο ότι μεταξύ του ύπνου και του θανάτου δεν υπάρχει βασική διαφορά και αφού ο ύπνος δεν αποτελεί για την ανθρώπινη ύπαρξη κίνδυνο, έτσι θα αποτελεί και ο θάνατος. Οι προετοιμασίες που κάνει το έντομο για να φτιάξει την φωλιά του, την κυψέλη του, την τρύπα του ή ακόμα και την τροφή για την νύμφη που θα βγει στη ζωή την επόμενη άνοιξη, ενώ αυτό θα έχει πεθάνει ήσυχα, όταν πλέον θα τα έχει αποτελειώσει όλα, είναι απαράλλαχτα όμοιες με την επιμέλεια που δείχνει ο άνθρωπος κάθε βράδυ όταν βάζει τα φορέματα του στη ντουλάπα και ετοιμάζει το πρωϊνό του για την άλλη μέρα, πέφτοντας μετά να κοιμηθεί ήσυχος.

Αυτά όλα δεν θα ήταν δυνατό να συμβαίνουν αν το έντομο που θα πεθάνει χειμώνα, και που τότε βρίσκεται στην πραγματική του ουσία, δεν ήταν το ίδιο και το αυτό με εκείνο που θα βγει την άνοιξη. Έτσι και ο άνθρωπος που πέφτει να κοιμηθεί είναι ο ίδιος με κείνον που την άλλη μέρα το πρωϊ θα ξυπνήσει.

Βάσει όλων αυτών φαίνεται ότι όταν κάθε ζωϊκή ενέργεια πάρει τέλος, θα πρέπει να θεωρηθεί σαν ένα απολαυστικό ξαλάφρωμα της δύναμης που συντηρούσε τόσο καιρό την ενεργητικότητα αυτή και ίσως εξαιτίας αυτού του γεγονότος μπορεί να εξηγηθεί η γαλήνια έκφραση που απλώνεται στα πρόσωπα των περισσοτέρων νεκρών." 

 Αρθούρου Σοπενάουερ, "Άνθρωπος και Κοινωνία"

 Μετάφραση-Απόδοση:Πάτροκλος