Τετάρτη 14 Νοεμβρίου 2012

Βολή στο άγνωστο

Και τότε ένιωσα την αλήθεια να καίει μέσα μου σαν άγρια φωτιά, ότι υπήρχε κάποιος ρόλος για τον καθένα αλλά δεν υπήρχε κανένας ρόλος που μπορούσε ο ίδιος να διαλέξει, να διατυπώσει και να ρυθμίσει σύμφωνα με τις προτιμήσεις του. Δεν είχε το δικαίωμα να θέλει νέους θεούς, κανένα δικαίωμα να θέλει να δώσει στον κόσμο κάτι τέτοιο! Δεν υπήρχε παρά μόνο ένα καθήκον για έναν ενήλικο· ήταν να ψάξει να βρει τον εαυτό του, να γίνει αποφασιστικός, να προχωρήσει ψηλαφητά μπροστά ό,τι κι αν είναι αυτό που τον οδηγεί. Η ανακάλυψη με τάραξε βαθιά· ήταν το αποτέλεσμα αυτής της εμπειρίας. Είχα συχνά παίξει με εικόνες του μέλλοντος, είχα ονειρευτεί ρόλους που πιθανόν να μου οριζόντουσαν - όπως ποιητής, ίσως, ή προφήτης, ή ζωγράφος, ή παρόμοια αποστολή. Όλα αυτά ήταν μάταια. Δεν είχα έρθει στον κόσμο για να γράψω ποίηση, να νουθετώ ή να ζωγραφίζω· ούτε εγώ ούτε και κανένας άλλος είχε γεννηθεί γι' αυτόν τον σκοπό. Ήταν δευτερεύουσας σημασίας πράγματα. Υπήρχε μόνο μία αληθινή αποστολή για κάθε έναν - να ανακαλύψει τον εαυτό του. Ίσως να το πετύχαινε σαν ποιητής, φρενοβλαβής, προφήτης ή εγκληματίας - δεν ήταν εκεί το θέμα· σε τελευταία ανάλυση δεν έπαιζε κανένα ρόλο. Ο στόχος του ήταν να ανακαλύψει το πεπρωμένο του, όχι κάτι της δικής του επιλογής, και να ζήσει ολοκληρωτικά και αποφασιστικά μέσα στον ίδιο του τον εαυτό. Οτιδήποτε άλλο ήταν απλώς μισή ζωή, μια προσπάθεια υπεκφυγής, μια δραπέτευση στα ιδανικά της μάζας, αυταρέσκεια και φόβος της ίδιας της ψυχής του. Η νέα εικόνα εμφανίστηκε μπροστά μου, καθαγιασμένη και τρομακτική, που είχα αντικρύσει φευγαλέα εκατοντάδες φορές, πιθανόν συχνά είχα εκφράσει και τώρα βίωνα για πρώτη φορά. Ήμουν ένα πείραμα της φύσης, μία "βολή" στο άγνωστο, ίσως για κάποιο νέο σκοπό, ίσως για το τίποτα, και η μόνη μου αποστολή ήταν να αφήσω αυτήν την "βολή" να ανακαλύψει αυτή η ίδια το πιο απόκρυφο μέρος της ύπαρξής μου, να μεταδώσει την θέλησή της μέσα μου και να γίνει καταδική μου. Αυτή ή τίποτα!
Είχα ήδη νιώσει πολλή μοναξιά. Τώρα ένιωθα μια βαθύτερη μοναξιά, μια μοναξιά που ήταν αναπόφευκτη. 

Herman Hesse
Ντεμιάν