Κυριακή 23 Σεπτεμβρίου 2012

Η Δημοκρατία, η Ιεραρχία και οι Άριστοι




 
Τα παρακάτω αποσπάσματα προέρχονται από το 6ο κεφάλαιο του βιβλίου του Ρενέ Γκενόν «Η Κρίση του Σύγχρονου Κόσμου» (La Crise du Monde Moderne, 1927), το οποίο φέρει τον τίτλο «Το Κοινωνικό Χάος».

[...] Πράγματι, αν αυτή η αναπροσαρμογή ήταν να διεξαχθεί τοιουτοτρόπως, ας υποθέσουμε αντιστρόφως, ξεκινώντας από τις συνέπειες αντί από τις αρχές, θα ήταν προορισμένη να υπολείπεται κάθε πραγματικού θεμελίου και θα ήταν καθ’ ολοκληρίαν απατηλή. Τίποτε σταθερό δεν θα μπορούσε να προέλθει ποτέ εξ αυτής και όλη η δουλειά θα έπρεπε να ξεκινά συνεχώς εκ νέου, διότι θα είχε παραβλεφθεί η αναγκαιότητα πρώτα από όλα της επιτεύξεως συμφωνίας επί των ουσιωδών αληθειών. Είναι εξαιτίας αυτού του λόγου, που το βρίσκουμε αδύνατο να εξετάσουμε τις πολιτικές πιθανότητες, ακόμη και υπό την ευρύτερη έννοια του όρου, ως κάτι περισσότερο από απλά σημάδια της νοοτροπίας μίας περιόδου. […] Όπως έχουμε ήδη υποδείξει, υπό την παρούσα κατάσταση στην Δύση κανείς δεν καταλαμβάνει πλέον, την θέση που θα έπρεπε να καταλαμβάνει κανονικώς λόγω της ίδιας του της φύσεως […] κάθε πρόσωπο βρίσκεται υποχρεωμένο να κάνει οποιοδήποτε είδος εργασίας μπορεί να βρει, πολύ συχνά αυτό για το οποίο είναι το λιγότερο προικισμένο. […] αυτός που εξασκεί την λιγότερη επιρροή, είναι ο μόνος παράγοντας που θα έπρεπε να μετρά περισσότερο επί του ζητήματος, εννοούμε τις διαφορές φύσεως που υπάρχουν ανάμεσα σε έναν άνθρωπο και έναν άλλο. Είναι η άρνηση αυτών των διαφορών, που φέρνει μαζί της την άρνηση κάθε κοινωνικής ιεραρχίας, που αποτελεί την αιτία της όλης αταξίας. […] Το πιο αποφασιστικό επιχείρημα εναντίον της δημοκρατίας, μπορεί να συνοψισθεί σε μερικές λέξεις: το υψηλότερο δεν μπορεί να πηγάσει από το χαμηλότερο, διότι το σπουδαιότερο δεν μπορεί να προέλθει από το λίγο […] Αν η λέξη «δημοκρατία» προσδιορίζεται ως η  διακυβέρνηση των ανθρώπων από τους ίδιους τους εαυτούς τους, τότε εκφράζει μία απόλυτη απιθανότητα […] είναι αντιφατικό το να λες πως τα ίδια πρόσωπα μπορούν να είναι ταυτοχρόνως άρχοντες και αρχόμενοι, διότι, για να χρησιμοποιήσουμε την Αριστοτέλεια φρασεολογία, το ίδιο πράγμα δεν μπορεί να είναι «εν δράσει» και «εν δυνάμει» στον ίδιο χρόνο και στον ίδιο κύκλο σχέσεων […] δεν θα μπορούσαν να υπάρχουν αρχόμενοι αν δεν υπήρχαν επίσης άρχοντες […] Μένει τέλος να αντιμετωπισθεί ακόμη μία άμεση συνέπεια της δημοκρατικής ιδέας, η άρνηση της ιδέας των εκλεκτών. Δεν είναι άνευ λόγου το ότι η «δημοκρατία» αντιτίθεται στην «αριστοκρατία», διότι αυτή η λέξη, εκλαμβανόμενη υπό την ετυμολογική της έννοια τουλάχιστον, σημαίνει ακριβώς την ισχύ των εκλεκτών. Οι εκλεκτοί, εξ ορισμού της ίδιας της λέξεως, μπορούν να είναι μόνον οι λίγοι και η ισχύς τους, ή μάλλον η αυθεντία τους, οφειλόμενη στην νοητική* ανωτερότητά τους, δεν έχει τίποτε το κοινό με την αριθμητική δύναμη επί της οποίας βασίζεται η δημοκρατία […] Επομένως η καθοδηγητική λειτουργία που ασκούν οι εκλεκτοί – εφόσον πρέπει να ασκούν αυτήν την λειτουργία από την στιγμή που υπάρχουν - και ακόμη και η ίδια η ύπαρξη αυτών των εκλεκτών, είναι εν τέλει ασύμβατη με την δημοκρατία, η οποία είναι στενά συνδεδεμένη με την εξισωτική αντίληψη και επομένως με την άρνηση κάθε ιεραρχίας [...]

* Το επίθετο «νοητική»  σχετίζεται με τον νου, υπό τη έννοια του μέρους της ανθρώπινης υπάρξεως το οποίο αντιλαμβάνεται διαισθητικώς αυτό που είναι αληθές. (Σημείωση Ιστολογίου)

Μετάφραση – Απόδοση: Τήμενος      

Κυριακή 16 Σεπτεμβρίου 2012

Ludwig Fahrenkrog

Γερμανός ζωγράφος, θεατρικός συγγραφέας και καλλιτέχνης. Γεννήθηκε στο Rendsburg της Πρωσσίας το 1867. Ξεκίνησε την καρίερα του εικονογραφώντας εφημερίδες και καταλόγους κι εργαζόταν παράλληλα ως διακοσμητής ζωγράφος. Φοίτησε στην Βασιλική Ακαδημία Τέχνης του Βερολίνου, και κέρδισε 5 βραβεία συμπεριλαμβανομένου του κρατικού βραβείου τέχνης. Παντρεύτηκε την σύζυγό του Charlotte με την οποία απέκτησε τέσσερις κόρες και έναν γιο και μετακόμισε στην Βρέμη το 1898 καθώς διορίστηκε δάσκαλος στην Σχολή Τέχνης και Χειροτεχνίας όπου και εργάστηκε μέχρι το 1931. Το 1913 έγινε καθηγητής και το 1925 αναγορεύτηκε σε επίτιμο καθηγητή του Πανεπιστημίου της Ντακότα.
Ανήκει στην κλασσική σχολή της τέχνης με βαθειές επιρροές από την Art Nouveau και τον Συμβολισμό· πίστευε πως η τέχνη πρέπει να υπηρετεί κάποιον σκοπό και ο δικός του ήταν η αναγέννηση της Γερμανικής θρησκείας και η απόρριψη του χριστιανισμού. Αποτέλεσε έναν από τους ιδρυτές του γερμανικού κινήματος της Παλαιάς Θρησκείας καθώς το όραμά του ήταν η δημιουργία μιας Γερμανικής θρησκευτικής Κοινότητος. Υπήρξε ενεργό μέλος πολλών θρησκευτικών ομάδων που προωθούσαν την παγανιστική θρησκεία, την παράδοση και τα άρια μυθολογικά αρχέτυπα. Επίσης, αρθρογραφούσε σε πολλά περιοδικά των εκάστοτε θρησκευτικών οργανώσεων στις οποίες ανήκε και επιμελούνταν την εικονογράφησή τους.  
Τα θέματα των έργων του, τόσο των ζωγραφικών όσο και των θεατρικών, τα αντλεί από την Φύση, την νορδική μυθολογική παράδοση, την Edda και τους αρχαίους γερμανικούς θρύλους. 















Τρίτη 4 Σεπτεμβρίου 2012

Γέννηση και Θάνατος


"H γέννηση και ο θάνατος δεν μπορούν να θεωρηθούν διαφορετικά παρά ότι ανήκουν εξίσου στην ζωή και το καθένα χρησιμεύει σαν αντίρροπο
του άλλου αφού οι συνθήκες υπάρξεως του ενός απαιτούν οπωσδήποτε και την ύπαρξη του άλλου.
Η γέννηση και ο θάνατος δεν είναι παρά οι δύο άκρες, οι δύο πόλοι της κάθε ζωϊκής εκδήλωσης.

Η ινδική, μία από τις σοφότερες μυθολογίες, το διατυπώνει αυτό με ένα σύμβολο, καθώς στον Σίβα, το θεό του ολέθρου μαζί με περιδέραιο από νεκροκεφαλές του δίνει σαν ιδιαίτερο χαρακτηριστικό το λίγγαμε(lingam), όργανο συμβολικό της γονιμότητος, μιας και ο έρωτας είναι το αντίβαρο του θανάτου.

Είναι το μόνο που έχει ουσιαστική σχέση με τον θάνατο, αφού και τα δύο μαζί αλληλοεξουδετερώνονται και αλληλοσβύνονται.

Ακριβώς με τον ίδιο τρόπο σκέπτονταν και οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι, γιατί στολίζανε τις πολύτιμες σαρκοφάγους, με ανάγλυφα, τα οποία μας δείχνουν γιορτές, χορούς, γαμήλιες πομπές, κυνήγια, αγώνες, διονυσιακά πανηγύρια, δηλαδή εικόνες από την εύθυμη πλευρά της ζωής, την πιο χαρούμενη, την πιο έντονη, που άρχιζε από γιορτές και κατέληγε μέχρις και σε ερωτικά συμπλέγματα σατύρων.

Στόχος τους ήτανε, δίχως αμφιβολία να καταπνίξουνε το πνεύμα του θανάτου όσο μπορούσαν πιο φανερά και να προκαλέσουν την αντίθεση του πεθαμένου ανθρώπου που τον μοιρολογούσαν με την αθάνατη ζωή που έχει η Μάνα Φύση.

Παρατηρήστε, τον χειμώνα, το ζωϊκό βασίλειο, π.χ. στον κόσμο των εντόμων, θα δούμε κάθε ένα να συγυρίζει την φωλιά του, για να κοιμηθεί τον βαρύ και χειμωνιάτικο ύπνο του, με τι αξιοζήλευτη τέχνη ετοιμάζει το καβούκι του για να περάσει τον χειμώνα σαν κουκούλι και μία μέρα την άνοιξη να αναγεννηθεί, με όλη την νιότη, την τελειότητα και στο τέλος όταν έρθει η ώρα του θανάτου, όταν ζητούν να βρουν την ανάπαυση τους,αφήνουν κάπου προσεκτικά τα αυγά τους, σε κάποιο κατάλληλο μέρος για να αναπτυχθούν και να αναγεννηθούν μία μέρα ξανανιωμένα μέσα σε ένα καινούριο ον.

Όλη αυτή η ιστορία δεν μοιάζει να είναι σαν μία μεγάλη διδασκαλία και υπόδειξη από τη φύση, για την αθανασία? Θέλει να μας δείξει με κάθε τρόπο ότι μεταξύ του ύπνου και του θανάτου δεν υπάρχει βασική διαφορά και αφού ο ύπνος δεν αποτελεί για την ανθρώπινη ύπαρξη κίνδυνο, έτσι θα αποτελεί και ο θάνατος. Οι προετοιμασίες που κάνει το έντομο για να φτιάξει την φωλιά του, την κυψέλη του, την τρύπα του ή ακόμα και την τροφή για την νύμφη που θα βγει στη ζωή την επόμενη άνοιξη, ενώ αυτό θα έχει πεθάνει ήσυχα, όταν πλέον θα τα έχει αποτελειώσει όλα, είναι απαράλλαχτα όμοιες με την επιμέλεια που δείχνει ο άνθρωπος κάθε βράδυ όταν βάζει τα φορέματα του στη ντουλάπα και ετοιμάζει το πρωϊνό του για την άλλη μέρα, πέφτοντας μετά να κοιμηθεί ήσυχος.

Αυτά όλα δεν θα ήταν δυνατό να συμβαίνουν αν το έντομο που θα πεθάνει χειμώνα, και που τότε βρίσκεται στην πραγματική του ουσία, δεν ήταν το ίδιο και το αυτό με εκείνο που θα βγει την άνοιξη. Έτσι και ο άνθρωπος που πέφτει να κοιμηθεί είναι ο ίδιος με κείνον που την άλλη μέρα το πρωϊ θα ξυπνήσει.

Βάσει όλων αυτών φαίνεται ότι όταν κάθε ζωϊκή ενέργεια πάρει τέλος, θα πρέπει να θεωρηθεί σαν ένα απολαυστικό ξαλάφρωμα της δύναμης που συντηρούσε τόσο καιρό την ενεργητικότητα αυτή και ίσως εξαιτίας αυτού του γεγονότος μπορεί να εξηγηθεί η γαλήνια έκφραση που απλώνεται στα πρόσωπα των περισσοτέρων νεκρών." 

 Αρθούρου Σοπενάουερ, "Άνθρωπος και Κοινωνία"

 Μετάφραση-Απόδοση:Πάτροκλος