Δευτέρα 17 Οκτωβρίου 2011

Περί διαυγούς οράσεως

Οι αναπτυσσόμενες δίνες εντός ενός υδάτινου όγκου στο εσωτερικό γυάλινου δοχείου με αμμώδη πυθμένα οδηγούν σε μία τυρβώδη κατάσταση - ικανής «αναστατώσεως» των κατακαθισμένων κόκκων. Η πρωτύτερη διαύγεια, καθαρότητα και αταραξία αντικαθίσταται από θολούρα, κυματισμούς και συνεχείς προσμίξεις. Εάν θεωρηθεί ο νους ως ο αναδευτήρας, το ύδωρ ως η αγνή ουσία μιας φυσικής παρουσίας και η άμμος ως τα συναισθήματα, τα πάθη, οι σκέψεις κ.ο.κ. , μπορούμε να έχουμε μία απλή μα πλήρη εικόνα αντιλήψεως του ρου μεγάλου μέρους του καθημερινού βίου μας. Βεβαίως δεν αρκεί μονάχα μία παρομοίωση, μήτε η εμπεριστατωμένη τεκμηρίωση ορθότητάς της. Αυτό το οποίο επιθυμούμε να ακολουθεί πάντοτε μία μικρής σπίθας (κατανόηση – κατάκτηση -εμπειρία) κατά την στιγμιαία κρούση δύο λίθων (συνειδητό βίωμα) είναι η ανάφλεξη των συγκεντρωμένων ξερών εύφλεκτων «υλικών» ( ασυναίσθητη εν ζωή αλλαγή πλεύσεως). Η αποφυγή της ταραχής είναι αδύνατη. Ομοίως αδύνατη είναι και η διατήρηση της αταραξίας. Το κάθε τι , σε υλικό και άυλο πεδίο, ενυπάρχει εντός αντίρροπων δυνάμεων, δράσεως και αντιδράσεως. Το βαθύτερο ζήτημα λοιπόν δεν είναι άλλο από την διαχείριση όλης αυτής της συνεχώς μεταβαλλόμενης και μετασχηματιζόμενης ενέργειας. Κάθε συναίσθημά μας αποτελεί ένα ενεργειακό σύνολο ποσοτικά και ποιοτικά καθορισμένο. Υπάρχει η «συμπάθεια» μα και η «αγάπη». Υπάρχει η «ενόχληση» μα και το «μίσος». Μπορεί ποσοτικά να μην δυνάμεθα να έχουμε μία ξεκάθαρη άποψη, αλλά ποιοτικώς ανεξαρτήτως ειδικών συνθηκών αντιλαμβανόμαστε την ενεργειακή διαφορά τους. Ας μην παραλειφθεί βεβαίως η επισήμανση πως τόσο η «αγάπη» όσο και το «μίσος» αποτελούν ένα δίπολο αγκιστρώσεως της υπάρξεως και συνεχής περιδίνησής της σε «θολά» νερά.
Αγωνιζόμενοι εντός μίας κοινωνίας αυξημένης εντροπίας, εντός ενός χάους, ενός ευρύτερου ξεπεσμού, λογικότατο ακόλουθο μιας χρόνιας εκφύλισης των πάντων, δεν έχουμε πάρα πολλές επιλογές. Ή θα σταθούμε όρθιοι ανάμεσα στα ερείπια αντικρίζοντας κατάματα την πραγματική ζωή ή θα αγκομαχούμε να ζητιανέψουμε όνειρα και νόημα ζωής από τον ίδιο τον εχθρό μας. Το μόνο σίγουρο στη σημερινή κατάσταση είναι πως για να αλλάξει η πολιτική ευρύτερα, δεν απαιτείται μόνο αλλαγή πολιτικών, αλλά κυρίως αλλαγή «πολιτών». Οι δημοκράτες αστοί πληρώνουν το αντίτιμο της χρόνιας εναντίωσής τους σε κάθε τι υγιές , σε κάθε τι αληθινά Ελληνικό. Βεβαιότατα, ο χείμαρρος αυτός της κατάντιας παρασέρνει αρκετούς που ουδεμία ευθύνη φαινομενικώς φέρουν. Φαινομενικώς, διότι κατ’ ουσίαν η αδράνεια είναι συνενοχή. Οι αστοί μπορούν να «αγανακτούν», μπορεί να απαιτούν μία σύνταξη, ένα επίδομα, μία μερίδα από μια νέα πίττα. Πλανεμένοι; Αφελείς; Αθώοι; Αγνώμονες; Αδιάφορο. Η αδυναμία δεν έγκειται μονάχα σε μία υποδεέστερη δυναμική, αλλά και στην ανικανότητα αντίληψης γεγονότων που λαμβάνουν χώρα γύρω μας ή προβλέψεως αυτών. Η ίδια η φύση ουδέποτε εξετάζει, ουδέποτε αναλύει. Απλώς δρα βάσει θεμελιωδών νόμων της. Αν η Ελλάς βρίσκεται σε αυτή την κατάσταση κάποιοι άλλοι σίγουρα θριάμβευσαν. Κάποιων άλλων η θέληση σαφέστατα επικράτησε. Η σημερινή παρακμή του νεοέλληνα αποτελεί το δάφνινο στεφάνι κάποιων εχθρών της Αιωνίου Ελλάδος. Αν δεν αντιληφθούμε την ήττα μας σε πάμπολλα πεδία, δεν θα καταφέρουμε ποτέ να αναδιοργανωθούμε για την επίτευξη κάποιας νίκης. Στον δικό μας Αγώνα, δυστυχώς, οι σύμμαχοι εκλείπουν. Για αυτό καλούμαστε να ορθώσουμε το ανάστημά μας μονάχοι, με λιγοστούς συντρόφους, απέναντι στην ίδια την Ζωή. Σε αυτή την προσπάθεια μία ισχυρή εσωτερική συγκρότηση δεν είναι επιλογή, είναι ανάγκη.
Καθημερινώς θα έρθουμε αντιμέτωποι με δεκάδες και ίσως χιλιάδες αιτίες ισχυρής διαταράξεως – κλονισμού του ύδατος της υπάρξεώς μας. Παρατηρούμε γύρω μας πως ο άνθρωπος του εφήμερου, της εποχής του μεταιχμίου, ζει συνεχώς εντός μιας ασάφειας, μιας θολής πραγματικότητας, υπερχειλισμένης από σκέψεις, εντυπώσεις, συναισθήματα. Ολόκληρη η ατμόσφαιρα γύρω μας αποπνέει μία αρνητικότητα. Η αρχιτεκτονική, τα χρώματα, οι ήχοι, οι φωνές, τα πρόσωπα, οι ρυθμοί, οι δράσεις και οι αντιδράσεις συνθέτουν έναν πραγματικό εφιάλτη. Αν παρασυρθούμε στον αστικό αυτό τρόπο αντιλήψεως της ζωής θα κυμαινόμαστε ενδελεχώς μεταξύ αντικρουόμενων καταστάσεων έως ότου αυτές μας εξαντλήσουν και μας παραδώσουν ως σαρκικά κουρέλια σε ένα ντροπιαστικό, δειλό, ηδονικό βίο μέχρις να επέλθει ο θάνατος.
Ο δρόμος του εθνικοσοσιαλισμού, όμως, απαιτεί διαύγεια. Διαύγεια αρχικώς εις την ιδίαν μας φύση και ευρυτέρως και συνεπακολούθως εις την φύση όλων των πραγμάτων. Η ορθή αντίληψη περί προσανατολισμού εις την ανάβαση μονοπατιών αγνώστων, εξαρτάται κατά βάση από την άμεση ορατότητα των επομένων βημάτων. Μία σημαντικής μάλιστα δυσκολίας εσωτερική άσκησή μας είναι η δυνατότητά μας να μένουμε όρθιοι απέναντι στο συναίσθημα το οποίο βιώνουμε, να μπορούμε να αντικρίσουμε ξεκάθαρα τις δίνες της τυρβώδους ροής και όχι να αναζητούμε σκεδάσεις τους. Αν απαιτείται άμεση – ενστικτώδης και όχι νοητική αντίδραση, αντιδρούμε. Αν όχι, η υπέρβασή μας έγκειται στην δυνατότητά μας να παρατηρούμε την «ταραχή» , να επιδρούμε στην επαναφορά μας στην καθαρή μας ισορροπία στοιχείων και θέσεως αυτών ( άμμος εις τον πυθμένα όπου ανήκει) και εν συνεχεία να αντικρίζουμε και να δρούμε ουσιαστικώς. Καμία απεργία, κανένα αυγό, καμία συμπλοκή, καμία διένεξη δεν επρόκειτο να αλλάξει τίποτα. Η δημοκρατία πρέπει πρώτα απ’ όλα να πνιγεί στο αίμα σε επίπεδο συνειδησιακό. Δεν επιθυμούμε άλλους πολιτικούς στο κοινοβούλιο. Δεν επιθυμούμε το ίδιο το κοινοβούλιο. Δεν θεωρούμε πως η κρίση αυτή είναι οικονομική. Η κρίση ήταν και είναι φυλετική, πολιτισμική, κοινωνική.
Δεν επρόκειτο λοιπόν να μας συναντήσει κανείς στους «αγώνες» για την οικονομική κρίση, μήτε στους αγώνες για αλλαγή του «πολιτικού σκηνικού». Αγωνιζόμαστε ενάντια σε μία χρόνια κρίση της Ελληνικότητος, της Αξιοκρατίας, της Υγείας, του σύγχρονου ανθρώπου, της Φύσεως από τότε που κατανοήσαμε τις στοιχειώδεις αρχές του εθνικοσοσιαλισμού. Ο Αγών αυτός , δεν είναι απλώς επίπονος ή δύσβατος. Είναι τιτάνιος, μιας και καλούμαστε να σταθούμε απέναντι στο πρωτοπαλίκαρο του εχθρού μας. Τον ίδιο μας τον εαυτό.