Κυριακή 27 Ιουνίου 2010

Εργάτης δίχως πατρίδα…



…άνθος δίχως ρίζες μήτε ουρανό.


Απογυμνώνοντας την συνείδηση ενός εργάτη από την εθνική και φυλετική της υπόσταση και εισάγοντας σε αυτήν είτε πλασματικές ταξικές χροιές είτε την αναζήτηση του μεγίστου ατομικού κέρδους , γίνεται αυτομάτως εφικτή η μετατροπή των αγνότερων και ικανότατων προς κοινωνικές ανατροπές δυνάμεων σε ιδανική πρώτη ύλη για την καπιταλιστική παραγωγική διαδικασία. Δίχως κάποιο ανώτερο ιδανικό να φωτίζει τον μόχθο, τις θυσίες, τις απώλειες και την παραγωγή έργου ενός εργάτη, το κέρδος καταλαμβάνει την περίοπτη θέση του μοναδικού προορισμού ενός ανθρώπου. Κατόπιν, η αναζήτηση του μεγίστου κέρδους οδηγεί στην εκμετάλλευση από την πλευρά των εργοδοτών και στην αντιδραστική υποβάθμιση της εργασίας εκ μέρους των εργατών. Μόνος νικητής σε όλες αυτές τις συγκρούσεις είναι εκείνοι οι κύριοι που μπροστά από κάποια οθόνη παρακολουθούν τα νούμερα των οικονομικών τους μεγεθών να αυξομειώνονται. Στα πολυτελέστατα γραφεία τους θα υπάρχει κάποιο ράφι με χαρτιά όπου θα αναγράφονται οι νεκροί εργάτες, οι ασφαλίσεις, οι απολύσεις , οι προσλήψεις, οι μισθοδοσίες και οι εναλλακτικές λύσεις μείωσης του ανθρωπίνου δυναμικού προς περαιτέρω αύξηση των κερδών. Δίχως ψυχή, δίχως αισθήματα, δίχως ύπαρξη, κάθε εργαζόμενος ή εργάτης αποτελεί μία σάρκα που οφείλει να επιτελέσει την εργασία που του αναθέτουν στον χρόνο που του παρέχουν. Είναι μαύρος; Είναι λευκός; Είναι ασιάτης; Έχει οικογένεια; Έχει παιδιά; Έχει προβλήματα υγείας; Είναι απλά μία ρομποτική εφεύρεση; Αδιάφορο. Το μόνο που ενδιαφέρει τις υπολογιστικές μηχανές είναι τι μπορεί να παράγει ή ποια υπηρεσία μπορεί να προσφέρει. Από την πλευρά του ο εγκλωβισμένος στην μακαριότητα της δημοκρατίας και του κεφαλαιοκρατισμού εργάτης αναζητά διέξοδο. Μόνα του όνειρα, η επιβίωση της οικογένειας του και οι μικρές καθημερινές απολαύσεις. Μερικά τσιγάρα, μερικές μπύρες, η ομάδα , οι φίλοι και η γειτονιά. Εκείνοι οι άνθρωποι που καθημερινώς ακροβατούν στο νήμα του κινδύνου, που η ίδια τους η εργασία αποτυπώνεται με τα χρόνια στο κορμί τους, εισπνέουν μονάχα προδοσίες και εκπνέουν υπομονή. Στέκονται πολλές φορές σκυμμένοι όχι λόγω της κούρασης, αλλά επειδή η «παιδεία» των «σοσιαλιστών» αποψίλωσε κάθε ίχνος της περηφάνιας τους. Τα λερωμένα χέρια και τα βρώμικα ρούχα είναι ντροπή στην δημοκρατία. Αντιθέτως, οι βρώμικοι πολιτικοί, επιχειρηματίες, εργατοπατέρες και δημόσιοι υπάλληλοι έγιναν το όνειρο κάθε γονιού για το παιδί του. Χιλιάδες συνδικάτα, χιλιάδες καλοπληρωμένοι συνδικαλιστές, χιλιάδες εισοδηματίες, χιλιάδες αιώνιοι φοιτητές και χιλιάδες αργόσχολοι διατυμπανίζουν την «αγωνιστικότητά» τους για την εργασία. Μία εργασία την οποία παρέδωσαν στα μεταναστευτικά κύματα που δίχως κανέναν έλεγχο ή προσπάθεια ανακοπής εισέβαλλαν στον ελλαδικό χώρο. Ανθέλληνες εκ φύσεως, γνώριζαν πως ο κατακερματισμός του εργατικού δυναμικού ενός έθνους, το καθιστά αδύναμο να «χτίσει» τα δικά του υλικά και άυλα οικοδομήματα. Απολάμβαναν «αριστεροί» και «δεξιοί» την κατάντια του νεοέλληνα, που εκμεταλλευόμενος τις σάρκες που απλόχερα ο καπιταλισμός τους πρόσφερε , δολοφονούσε το μέλλον των παιδιών του. Διότι ενώ ο κατατρεγμένος μετανάστης γινόταν αγρότης, οικοδόμος, ψαράς, ηλεκτρολόγος, υδραυλικός, εκείνος σκορπούσε το «κέρδος» του στην «μόρφωση» και στην καλοπέραση των τέκνων του. Μόρφωση που οδηγεί στην ανεργία και καλοπέραση που θεμελίωσε βαθειά στην νέα γενιά την αδράνεια, την υποταγή και την αναζήτηση εκτονωτικών διεξόδων.
Εχθρεύονται και μάχονται μανιωδώς τον εθνικό σοσιαλισμό διότι βίωσαν και γνώρισαν πως η πατρίδα για έναν εργάτη, για έναν αγρότη, για έναν επιστήμονα, για έναν καλλιτέχνη, για έναν στρατιώτη είναι εκείνος ο Ήλιος που φωτίζει και τρέφει με απροσδιόριστα ποσά ενέργειας την αυγή του καθημερινού αγώνα του. Είναι εκείνος ο προορισμός που μετατρέπει το στιγμιαίο κτύπο μίας σφύρας, την στιγμιαία συγκόλληση ή την στιγμιαία αναζήτηση λύσης ενός τεχνικού προβλήματος σε λίθο προς το αιώνιο οικοδόμημα της Ελλάδος, της Φυλής, του Γένους . Το κέρδος όλων , εργοδοτών και εργατών, γονατίζει μπροστά στον συλλογικό σκοπό και εκείνος ο οποίος θυσιάζει είναι και εκείνος που τιμάται. Ποιος καπιταλιστικός κρατικός μηχανισμός θα μπορούσε να συγκρατήσει την εθνική συνείδηση της εργατικής δυνάμεως; Ποιος δημοκράτης πολιτικάντης μπορεί να σταθεί απέναντι σε έναν οργισμένο εργάτη; Ποιο γρανάζι θα μπορεί να λειτουργήσει όταν η άμμος της συλλογικής αντιδραστικότητας εισρεύσει στις οδοντώσεις του; Κανείς και τίποτα δεν μπορεί να σταθεί μπροστά στην λαϊκή θέληση, όταν εκείνη αποτινάξει τα δεσμά που την σέρνουν στα βάραθρα της παρακμής. Μα επίσης, γνήσια λαϊκή θέληση, δεν μπορεί να υπάρξει δίχως την μεταφυσική του αίματος, την μελέτη , την διατήρηση και την μετεξέλιξη της κοινής προγονικής κληρονομιάς και των κοινών πολιτισμικών και εθνικών ονείρων.Η απαίτηση μεγάλων έργων, γεννάει γενναίους και τολμηρούς εργάτες, μεταμορφώνει τα παιδιά σε Άνδρες, οξύνει την σκέψη, πειθαρχεί το σώμα και διαπλατύνει τα όρια των αντοχών. Τέλος, καρποφορεί τα άνθη εκείνα που στο λυκαυγές θα είναι «χαλαστές», μα πριν το λυκόφως θα χουν γίνει «χτίστες»….



2 σχόλια:

  1. Πολύ καλό άρθρο.

    Θα ήθελα να προσθέσω ότι η ευθύνη των Ελλήνων εργατών δεν περιορίζεται μόνο στο ότι παράτησαν τα χειρωνακτικά επαγγέλματα και έσπρωξαν και τα παιδιά τους μακριά από αυτά, αλλά και στο γεγονός πως εάν κάποτε συνειδητοποιήσουν το πρόβλημα το οποίο δημιούργησαν, ψάχνουν λύσεις σε εργατοπατέρες και συνδικαλιστικούς οργανισμούς μαρξιστικής - ανθελληνικης προέλευσης, οι οποίοι προτάσσουν συνθήματα τύπου " Έλληνες και ξένοι, εργάτες ενωμένοι". Τα οποία βέβαια δεν είναι η απάντηση στο πρόβλημα, αλλά μέρος του.

    Η άλλη περίπτωση δε, είναι η απάθεια και η αποδοχή της δημιουργηθείσας κατάστασης,που οδηγούν στην απραγία και συνήθως απαντώνται σε άτομα που παρουσιάζουν και μια δουλική συμπεριφόρα στον χώρο εργασίας τους.

    Και οι δύο περιπτώσεις δεν αποτελούν κίνδυνο προς το υπάρχον καπιταλιστικό σύστημα. Η απάντηση βρίσκεται στην συνειδητοποίηση και αποδοχή του "συλλογικού σκοπού" όπως προανέφερες.

    ΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ ΕΧΟΥΝΕ ΠΑΤΡΙΔΑ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Οι εργάτες έχουν πατρίδα, φίλε μου, μόνο πού οι πιό πολλοί έχουν ξεχάσει το τί σημαίνει πατρίδα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή